Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσίασε το λεγόμενο European Media Freedom Act, την πρότασή νέου ευρωπαϊκού Κανονισμού για την ελευθερία του τύπου. Όμως, μετά από παρασκηνιακές διαβουλεύσεις σε επίπεδο κυβερνήσεων, το προσχέδιο του Κανονισμού (7 Ιουνίου 2023) συμπεριέλαβε εξαίρεση που κατοχυρώνει το δικαίωμα των κρατών να παρακολουθούν δημοσιογράφους με την επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας, ακόμη και με τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού. Δικλείδες ασφαλείας οι οποίες θα εμπόδιζαν την κρατική αυθαιρεσία δεν περιλαμβάνονται.
Σε συνεργασία με τις δημοσιογραφικές ομάδες Investigate Europe, Netzpolitik και Follow The Money αποκαλύπτουμε έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν ότι μια μικρή ομάδα κυβερνήσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έκαναν μια καίρια παρέμβαση στο άρθρο 4, που προστατεύει τα δικαιώματα του τύπου.
Το άρθρο 4 έχει τίτλο «Δικαιώματα παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης» και θέτει μια σειρά από εγγυήσεις υπέρ της ελευθερίας του τύπου και της ελευθερίας της έκφρασης. Ανάμεσα σε άλλα, απαγορεύει ρητά στα κράτη να παρακολουθούν τους δημοσιογράφους, να εγκαθιστούν κατασκοπευτικό λογισμικό (spyware) στα τηλέφωνά τους και να τους υποχρεώνουν να αποκαλύψουν τις πηγές τους.
Όμως, στο τέλος του άρθρου 4 προστέθηκε μια λιτή παράγραφος που αναφέρει: «Το παρόν Άρθρο δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών-μελών όσον αφορά τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειάς τους». Η παράγραφος έχει την ένδειξη «new» (νέο) που δείχνει ότι πρόκειται για εκ των υστέρων προσθήκη.
Σύμφωνα με διπλωματικό έγγραφο που προέρχεται από τη γερμανική ομάδα εργασίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η ελληνική κυβέρνηση ήταν ανάμεσα στις έξι σε σύνολο 27 που υποστήριξαν την προσθήκη 4 με την οποία ουσιαστικά αίρεται η προστασία των δημοσιογράφων. Οι άλλες πέντε ήταν η Γαλλία (που διατύπωσε την προσθήκη), η Γερμανία, η Τσεχία, η Ολλανδία και το Λουξεμβούργο.
Έτσι, ένας νόμος που προτάθηκε με στόχο να προστατέψει δημοσιογράφους και ΜΜΕ από τον ασφυκτικό έλεγχο κυβερνήσεων και ιδιοκτητών σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία κινδυνεύει αντιθέτως να νομιμοποιήσει τη χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού εναντίον όλων των δημοσιογράφων της Ευρώπης. Η σημασία του ζητήματος είναι τεράστια γιατί η δυνατότητα των δημοσιογράφων να προστατεύουν τις πηγές τους και τις επικοινωνίες τους είναι αυτό που τους επιτρέπει να ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο στην εξουσία.
Οι αντιδράσεις των κυβερνήσεων μετά την αποκάλυψη
Συνήθως οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου περιβάλλονται από πέπλο μυστικότητας (δείτε την έρευνα Investigate Europe – Reporters United – Εφημερίδας των Συντακτών για τα «Μυστικά του Συμβουλίου») – αλλά σε αυτή την περίπτωση γνωρίζουμε ποιες κυβερνήσεις υποστήριξαν την προσθήκη και μπορέσαμε να τους θέσουμε ερωτήματα.
«Η παρακολούθησή μου δείχνει πόσο εύκολο είναι να χρησιμοποιηθεί η εθνική ασφάλεια ως πρόφαση για να απειληθούν οι δημοσιογράφοι και οι πηγές τους»
Θανάσης Κουκάκης
Ζητήσαμε από την απερχόμενη κυβέρνηση Μητσοτάκη να σχολιάσει, δεδομένης της ειδίκευσής της σε θέματα κατασκοπευτικού λογισμικού και του πλούσιου παρελθόντος της στην παρακολούθηση δημοσιογράφων με πρόσχημα την εθνική ασφάλεια. Θα συμπεριλάβουμε την απάντηση της αν και όταν την λάβουμε.
Ο εκπρόσωπος της Γερμανίδας υπουργού Πολιτισμού και ΜΜΕ Κλαούντια Ροτ υποστήριξε ότι η προσθήκη έχει σκοπό «να διασφαλίσει τις αρμοδιότητες των κρατών-μελών στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, όπως κατοχυρώνονται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες».
Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων χαρακτήρισε τη γερμανική δήλωση παραπλανητική γιατί, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές συνθήκες, στον υπό συζήτηση νόμο λείπουν οι δικλείδες ασφαλείας. «Το προσχέδιο της πρότασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει καμία πρόνοια για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων» ανέφερε η ομοσπονδία.
Ποιες θα μπορούσαν να είναι αυτές οι δικλείδες ασφαλείας; Θα μπορούσε να υπάρχει μια ανεξάρτητη αρχή που να εξετάζει κάθε περίπτωση ξεχωριστά ώστε να διαπιστώνει αν όντως συντρέχει λόγος εθνικής ασφαλείας ή αν αντιθέτως πρόκειται για κλασική κυβερνητική απόπειρα ελέγχου της ενημέρωσης.
Εκπρόσωπος της ολλανδικής κυβέρνησης αρνήθηκε να εξηγήσει γιατί η χώρα υποστήριξε την εξαίρεση, αλλά επεσήμανε ότι η εθνική ασφάλεια εμπίπτει ολοκληρωτικά στην αρμοδιότητα των κρατών.
Η γαλλική κυβέρνηση, που πρότεινε την αμφιλεγόμενη διατύπωση, αρνήθηκε να σχολιάσει.
Κουκάκης: «Απογοήτευση». Σόφι Ιντ Φελντ: «Καταστροφή»
Ο Θανάσης Κουκάκης ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος δημοσιογράφος για τον οποίο αποδείχθηκε ότι παγιδεύτηκε από το κατασκοπευτικό λογισμικό Predator. Λίγο μετά αποκαλύφθηκε η παράλληλη ηλεκτρονική παρακολούθησή του από την ΕΥΠ και την ελληνική κυβέρνηση «για λόγους εθνικής ασφάλειας», παρότι ο Κουκάκης είναι ένας οικονομικός ρεπόρτερ ο οποίος την εποχή εκείνη ερευνούσε υποθέσεις διαφθοράς στον χώρο των τραπεζών.
Σχολιάζοντας την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η ευρωβουλευτής Σόφι Ιντ Φελντ, επικεφαλής της επιτροπής PEGA, κάνει λόγο για «καταστροφή».
«Η περίπτωσή μου δείχνει πόσο εύκολο είναι να χρησιμοποιηθεί η εθνική ασφάλεια ως πρόφαση για να απειληθούν οι δημοσιογράφοι και οι πηγές τους» είπε. «Θα είναι μεγάλη απογοήτευση αν η Ευρωπαϊκή Ένωση ψηφίσει νομοθεσία που νομιμοποιεί τέτοια μέτρα χωρίς δικλείδες ασφαλείας και δημόσιο έλεγχο. Δεν θα βρισκόμαστε πια στην Ευρώπη της Χάρτας των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων».
Η φιλελεύθερη ευρωβουλευτής από την Ολλανδία Σόφι Ιντ Φελντ, επικεφαλής της επιτροπής PEGA του ευρωκοινοβουλίου για τη διερεύνηση της χρήσης κατασκοπευτικού λογισμικού, κάνει λόγο για «καταστροφή». Λέει ότι η εθνική ασφάλεια χρησιμοποιείται ως «λευκή επιταγή» ενώ χρειάζεται ένα «ξεκάθαρο νομοθετικό πλαίσιο».
Η Γερμανίδα Σοσιαλδημοκράτης και αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Καταρίνα Μπάρλεϊ συμφωνεί. Η Μπάρλεϊ σημειώνει ότι οι αρχές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν και μέλη προστατευμένων επαγγελμάτων, όπως οι δημοσιογράφοι και οι δικηγόροι, αν υπάρχει υποψία για επικείμενη τέλεση σοβαρών αδικημάτων. Αλλά πρέπει πάντα να υπάρχει «ένα ανεξάρτητο όργανο» που «θα ελέγχει σε κάθε περίπτωση αν οι υποψίες έχουν συγκεκριμένη βάση». Και φυσικά, πρέπει στη συνέχεια να μπορεί να διαπιστωθεί αν η παρακολούθηση ήταν δικαιολογημένη ή όχι.
Η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να καταργήσει τη δυνατότητα του εκ των υστέρων ελέγχου, η οποία αποκαλύφθηκε από το Reporters United, ήταν το καμπανάκι που λειτούργησε ως προειδοποίηση ότι γίνεται ευρεία χρήση κατασκοπευτικού λογισμικού στη χώρα.
«Είναι απαράδεκτο να θεσμοθετούνται εξαιρέσεις χωρίς περιορισμούς» λέει η Μπάρλεϊ. Αυτό ακριβώς όμως περιλαμβάνει η πρόταση που θα κληθούν να υπερψηφίσουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις την ερχόμενη εβδομάδα – μια εξαίρεση χωρίς περιορισμούς. Η αντιπρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου σημειώνει ότι υπάρχει περίπτωση, στην επόμενη φάση, το κοινοβούλιο να πλαισιώσει την εξαίρεση με αυστηρές νομικές προϋποθέσεις. «Αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο» καταλήγει.
Η έρευνα του Investigate Europe και του Reporters United «Μυστικά του Συμβουλίου» εξετάζει τη μυστική διαδικασία λήψης αποφάσεων του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την παραγωγή του άρθρου αυτού, το Investigate Europe συνεργάστηκε με το Netzpolitik.org και το Follow The Money. Το ρεπορτάζ εκτός από το Reporters United δημοσιεύεται παράλληλα και από τα εξής ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης: Der Tagesspiegel (Γερμανία), Mediapart (Γαλλία), Publico (Πορτογαλία), Infolibre (Ισπανία) και Il Fatto Quotidiano (Ιταλία)
Έχουμε μια τετραετία δρόμο για να φτάσουμε και 130η θέση, γιατί όχι;
Θέλουν νομίμως να ελέγχουν τα πάντα.Από την πληροφορία, τις επικοινωνίες,την ενέργεια,το νερό & ούτω καθεξής. Δυστυχώς χάσαμε το παιχνίδι….