Εδώ δεν τίθεται θέμα οικογενειακής ευθύνης: Όταν ο πρώην αναπληρωτής δήμαρχος Αθηναίων είναι αδερφός με κατηγορούμενο για «διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης» (ο οποίος κατηγορούμενος χρησιμοποιούσε τις προσβάσεις του στις υπηρεσίες του ίδιου δήμου) και όταν η δικογραφία κάνει αναφορά στα δύο αδέρφια, τότε το πολιτικό θέμα είναι αυταπόδεικτο. Κι η δημοσίευση του ονόματος του πολιτικού μονόδρομος, παρά τις νομικές απειλές του.
Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία του Reporters United εδώ!
Στην υπόθεση του κυκλώματος εκβιαστών που κυριαρχεί στις ειδήσεις εδώ και μέρες αποτελεί κοινό μυστικό ότι, σύμφωνα με τη δικογραφία, «διευθυντικό στέλεχος» της φερόμενης ως εγκληματικής οργάνωσης (στο εξής: ο 64χρονος) είναι αδερφός με τον δημοσιογράφο και πολιτικό κ. Ελευθέριο Σκιαδά, κορυφαίο στέλεχος επί δεκαετίες στις θητείες δημάρχων της ΝΔ στην Αθήνα, συμπεριλαμβανόμενου του Κώστα Μπακογιάννη.
Η συγγένεια δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία αν η δράση του 64χρονου δεν συνδεόταν συστηματικά με υπηρεσίες του δήμου Αθηναίων και αν η δικογραφία δεν υποστήριζε ότι κατά την εγκληματική του δράση χρησιμοποιούσε δίκυκλο όχημα που ανήκε σε ίδρυμα στο οποίο πρόεδρος ήταν ο αδερφός του.
Η συμπόρευση Σκιαδά με τέσσερις δημάρχους της ΝΔ
Ξεκινώντας από το πιο πρόσφατο παρελθόν, το 2019 ο κ. Ελευθέριος Σκιαδάς εκλέχθηκε δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό «Αθήνα Ψηλά» και στη συνέχεια με σχετικές αποφάσεις του κ. Μπακογιάννη:
- ορίστηκε αντιδήμαρχος Δημοτικής Περιουσίας και αναπληρωτής δήμαρχος (2019)
- ανέλαβε πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας (2021)
- αναδείχθηκε πρόεδρος του Μορφωτικού Ιδρύματος του Δήμου Αθηναίων (2022)
Όμως, ο κ. Σκιαδάς, ο οποίος επανεκλέχθηκε δημοτικός σύμβουλος με τον κ. Μπακογιάννη το 2023, είχε επίσης:
- συμμετάσχει -για πρώτη φορά- στο δημοτικό ψηφοδέλτιο με τον Μιλτιάδη Έβερτ (1986)
- εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό της κ. Ντόρας Μπακογιάννη (2002)
- διατελέσει αντιδήμαρχος και πρόεδρος του Ιδρύματος Αστέγων του Δήμου Αθηναίων επί δημαρχίας Κακλαμάνη
- ιδρύσει το Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης (ΚΥΑΔΑ), κατά δήλωσή του «το αποκαλούμενο Ιδρυμα Αστέγων» (2005).
Πέρα από την πολιτική του δράση, ο κ. Ελευθέριος Σκιαδάς είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος, γενικός διευθυντής της εφημερίδας ΕΣΤΙΑ και μέλος του διοικητικού συμβουλίου στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ.
«Ουδέν σχόλιο», σχολίασε ο Κώστας Μπακογιάννης προς το Reporters United για την υπόθεση.
Στη δικογραφία που υπέβαλε η ΕΛΑΣ προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, με κοινοποίηση προς την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, γίνεται μια αναφορά στον 64χρονο κατηγορούμενο και τον κ. Ελευθέριο Σκιαδά, η οποία ξεπερνά τη συγγένειά τους.
Συγκεκριμένα, η ΕΛΑΣ σημειώνει: «Ο [σ.σ.: πλήρες το ονοματεπώνυμο του κατηγορουμένου] ήταν πολύ προσεκτικός στον τρόπο που δρούσε στο πλαίσιο της οργάνωσης. Για τις μετακινήσεις του χρησιμοποιούσε κυρίως δίκυκλο όχημα το οποίο ανήκει σε φιλανθρωπικό ίδρυμα του αδερφού του, αποκρύπτοντας με αυτό τον τρόπο τα στοιχεία του απ’ τις διωκτικές αρχές. Με το ίδιο όχημα πολλές φορές κινούνταν ανάποδα σε μονόδρομους, καθιστώντας έτσι δύσκολη την παρακολούθηση του».
Από το ρεπορτάζ μας προκύπτει ότι η ΕΛΑΣ αναφέρεται στο Μερόπειο Φιλανθρωπικό Ίδρυμα, πρόεδρος του οποίου είναι ο κ. Ελευθέριος Σκιαδάς. (Ζητήσαμε από το Μερόπειο να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει ότι η μοτοσυκλέτα που χρησιμοποιούσε ο 64χρονος ανήκε στο ίδρυμα, αλλά απέφυγαν να μας απαντήσουν.)
Το μπραντσάδικο δεν είχε άδεια, αλλά προστασία
Όσον αφορά την εμπλοκή του (προφυλακισμένου) 64χρονου στην υπόθεση, η ΕΛΑΣ αναφέρεται σε αυτόν ως «διευθυντικό στέλεχος της εγκληματικής οργάνωσης». Ο ρόλος του, σύμφωνα πάντα με τη δικογραφία, ήταν η καθοδήγηση στελέχους της δημοτικής αστυνομίας μέσω του οποίου ο 64χρονος ενημερωνόταν για επικείμενους ελέγχους της δημοτικής αστυνομίας σε καταστήματα -όπως καφετέριες, μπαρ, ξενοδοχεία- και ενημέρωνε έτερο και επίσης προφυλακισμένο ηγετικό μέλος της εγκληματικής οργάνωσης (στο εξής: η 43χρονη), η οποία στη συνέχεια ειδοποιούσε τους καταστηματάρχες ώστε να προετοιμαστούν για τους ελέγχους.
Η 43χρονη και ο 64χρονος, σημειώνει η δικογραφία, «καθόριζαν σε ποια καταστήματα θα αποστείλουν […] δημοσίους υπαλλήλους – μέλη της οργάνωσης για έλεγχο, ώστε να εξαναγκάσουν τους ιδιοκτήτες τους να καταβάλουν χρηματικά ποσά για να ενταχθούν υπό την προστασία τους. Ομοίως από κοινού συναποφάσιζαν το ύψος των χρηματικών ποσών που θα τους παρέδιδαν οι καταστηματάρχες. Όταν γινόταν η παραλαβή των χρημάτων, μοίραζαν τα χρήματα μεταξύ τους και στα λοιπά μέλη της οργάνωσης, δωροδοκώντας τους αρμόδιους κάθε φορά δημοσίους υπαλλήλους».
Σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις της δικογραφίας, στις 3 Ιουνίου 2024 η 43χρονη κατηγορούμενη δέχεται τηλεφώνημα από ιδιοκτήτη μπραντσάδικου στην Αθήνα, ο οποίος την ενημερώνει ότι η δημοτική αστυνομία διενεργεί έλεγχο στο μαγαζί του. Η 43χρονη καλεί τον 64χρονο και του ζητάει να διώξει τους ελεγκτές από το κατάστημα («πες τους να φύγουνε»), προσθέτοντας ότι δεν έχει προλάβει να βγάλει άδεια λειτουργίας. Ο 64χρονος της απαντά πως ακόμα κι αν βεβαιωθεί παράβαση, ο ίδιος θα φροντίσει να την ακυρώσει. Η 43χρονη του επισημαίνει ότι, καθώς ο καταστηματάρχης είναι νέος «πελάτης» τους, θα πρέπει να του δώσουν την εντύπωση πως έχουν πράγματι δύναμη να παρέμβουν στον έλεγχο.
Σε νέο τηλεφώνημά τους στις 24 Ιουνίου, ο 64χρονος ενημερώνει τη 43χρονη ότι το μπραντσάδικο θα δεχθεί νέο έλεγχο από τη δημοτική αστυνομία. Ωστόσο, το σημαντικότερο σε αυτή την επικοινωνία τους βρίσκεται αλλού. Πράγματι, ο 64χρονος λέει στη συνομιλήτριά του ότι ειδοποιήθηκε από «δικό του» άτομο στη δημοτική αστυνομία ότι η συγκεκριμένη υπηρεσία έλαβε ένα πλαστό έγγραφο που αφορούσε το ελεγχόμενο μαγαζί και το οποίο επρόκειτο να σταλεί στον εισαγγελέα εκ μέρους της δημοτικής αστυνομίας, κίνηση που «φρέναραν» την τελευταία στιγμή.
Η 43χρονη λέει στον 64χρονο ότι εκείνη έφτιαξε το έγγραφο και το έστειλε μέσω του μέιλ της. Η 43χρονη ζητάει τη βοήθεια του 64χρονου και εκείνος την καθησυχάζει, λέγοντας πως, επειδή όλα «εξαρτώνται από τους δικούς τους», η κατάσταση είναι ελεγχόμενη και «θα βαστήξουν» το έγγραφο.
Την επομένη, ο 64χρονος λέει στη 43χρονη ότι έχει προγραμματισμένο ραντεβού με τις επαφές τους στη δημοτική αστυνομία, για να τακτοποιήσει το ζήτημα του πλαστού εγγράφου. Αμέσως μετά, ο 64χρονος συναντά στέλεχος της δημοτικής αστυνομίας (έναν εκ των κατηγορουμένων). Στις 26 Ιουνίου, ο 64χρονος θα πει σε έτερο κατηγορούμενο ότι «το καθαρίσανε» το θέμα.
Στις 29 Ιουνίου, ο 64χρονος φτάνει με τη μοτοσυκλέτα σε καφετέρια στη Νίκαια. Εκεί συναντά το ίδιο στέλεχος της δημοτικής αστυνομίας και του δίνει έναν λευκό φάκελο με «ιδιαίτερο πάχος». Λίγο αργότερα, το στέλεχος της δημοτικής αστυνομίας καλεί τη σύντροφό του και της λέει ότι θα της φέρει χρήματα.
Ο 64χρονος προτείνει μαγαζιά προς εκβίαση
Αναφερόμενη σε προπαρασκευαστικές πράξεις εκβίασης, η δικογραφία επισημαίνει ότι στις 5 Ιουνίου η 43χρονη λέει τηλεφωνικά στον 64χρονο ότι υπάρχουν καταστήματα στο κέντρο της Αθήνας όπου θα μπορούσαν να στείλουν δημοσίους υπαλλήλους για έλεγχο, προκειμένου να τους βεβαιώσουν παραβάσεις και να τους αναγκάσουν να πληρώσουν προστασία.
Οι δύο εμπλεκόμενοι συζητούν για πιθανά καταστήματα προς εκβίαση και ο 64χρονος αναφέρει πως θα πρέπει να φροντίσουν ώστε οι καταστηματάρχες να μην έχουν επαφές σε κάποια δημόσια υπηρεσία, προς αποφυγήν επιπλοκής. Αργότερα, αναφέρει ως πιθανή επιλογή εκβίασης καφετέρια στο Θησείο.
Επιστράτευαν αστέγους για τις ψεύτικες καταγγελίες
Το κύκλωμα εκβιαστών, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Καθημερινής, «συνεργαζόταν με υπαλλήλους στη Δημοτική Αστυνομία, σε υπηρεσίες Δόμησης, στο Υγειονομικό, ακόμη και με υψηλόβαθμο στέλεχος της υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού, που είναι αρμόδια για το κέντρο της Αθήνας και τις Κυκλάδες».
Σύμφωνα με το Πρώτο Θέμα, οι φερόμενοι ως εκβιαστές για να επιτύχουν τους ελέγχους σε βάρος καταστημάτων που δεν ήταν υπό την προστασία τους επιστράτευσαν άστεγους πολίτες του κέντρου της Αθήνας.
Ενδεικτικό είναι το ηχητικό από καταγγελία προς το Πρώτο Θέμα από καταστηματάρχη – θύμα του κυκλώματος. «Καταλάβαμε περί τίνος πρόκειται, γιατί όταν δεχτήκαμε τις πρώτες καταγγελίες από τις αρχές και μας κοινοποιήθηκε το όνομα του καταγγέλλοντος, σαφώς αναρωτηθήκαμε ποιος είναι ο άνθρωπος. […] Εντοπίσαμε αυτό τον άνθρωπο, είδαμε ότι πρόκειται για έναν ρακένδυτο άστεγο, για έναν άνθρωπο όπου ενίοτε καταλήγει σε διάφορα ξενοδοχεία της Πλατείας Βάθης».
Ο κ. Σκιαδάς απειλεί νομικά τους ρεπόρτερ
Η 43χρονη και ο 64χρονος κατηγορούνται για «διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης», σε συνδυασμό με εκβίαση και δωροδοκία υπαλλήλου, τελεσθείσες κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση.
Στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, επικοινωνήσαμε με τον κ. Ελευθέριο Σκιαδά, με τον κ. Κώστα Μπακογιάννη και με το Μερόπειο Φιλανθρωπικό Ίδρυμα. Ωστόσο, καμία πλευρά δεν θέλησε να απαντήσει on the record στα ερωτήματά μας. «Ουδέν σχόλιο», μας είπε μόνο ο κ. Μπακογιάννης.
Ο κ. Σκιαδάς μάς απείλησε ότι θα κινηθεί νομικά σε περίπτωση που αναφερθεί ονομαστικά στο ρεπορτάζ μας. Δεν θέλησε να τοποθετηθεί για τα στοιχεία της δικογραφίας.
Ζητήσαμε από τον κ. Σκιαδά να σχολιάσει τα δεδομένα της δικογραφίας, όπως τη χρήση, εκ μέρους του αδερφού του, οχήματος που ανήκει σε φορέα της αρμοδιότητάς του. Κατά τη διάρκεια των επικοινωνιών μας (δύο φορές τηλεφωνικά και δύο με γραπτά ερωτήματα), ο νυν δημοτικός σύμβουλος του κ. Μπακογιάννη θεώρησε ότι εκτελώντας το δημοσιογραφικό μας έργο τον ενοχλούμε και ανέφερε ότι θα κινηθεί νομικά σε περίπτωση που αναφερθεί ονομαστικά στο ρεπορτάζ μας.
Μέχρι σήμερα, οι αναφορές των μέσων ενημέρωσης στο πρόσωπό του είναι ανώνυμες. Ενδεικτικά, σε δημοσίευμά του στις 12 Ιουλίου, το Πρώτο Θέμα περιέγραψε τον 64χρονο ως «συγγενικό πρόσωπο υψηλόβαθμου στελέχους της τοπικής αυτοδιοίκησης».
Ως προς το νομικό σκέλος της υπόθεσης, ο κ. Σκιαδάς δεν διώκεται, ούτε υπάρχουν στο διαβιβαστικό άλλες αναφορές στο πρόσωπό του, εκτός από το ότι ο αδερφός του χρησιμοποιούσε για τη δράση του μοτοσυκλέτα που ανήκε στο ίδρυμα στο οποίο προεδρεύει ο ίδιος.
Ως προς το πολιτικό ζήτημα, όμως; Ο κ. Σκιαδάς, επί δεκαετίες κορυφαίο στέλεχος του δήμου Αθηναίων, ήταν αντιδήμαρχος όταν ο αδερφός του (σύμφωνα με τις αρχές) φέρεται να διηύθυνε εγκληματική οργάνωση που σχετιζόταν με τον δήμο. Ο (προφυλακισμένος σήμερα) αδερφός του εξεβίαζε καταστηματάρχες χρησιμοποιώντας τις προσβάσεις του σε δημοτικές υπηρεσίες (στον δήμο στον οποίο ο κ. Σκιαδάς ήταν αναπληρωτής δήμαρχος).
Πώς είναι δυνατόν να μην εγείρεται ζήτημα πολιτικής ευθύνης για τον πολιτικό Σκιαδά; Πώς είναι δυνατόν ο δημοσιογράφος (και μάλιστα διευθυντής ιστορικής εφημερίδας) Σκιαδάς, όταν ερωτάται από δημοσιογράφους, αντί να τοποθετηθεί για το πολιτικό θέμα ώστε να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει στοιχεία της υπόθεσης που δημοσιεύονται από όλον τον Τύπο και προκύπτουν από τη δικογραφία, να απειλεί τους ρεπόρτερ με μηνύσεις και αγωγές επειδή απευθύνθηκαν στον ίδιο πριν τη δημοσίευση, όπως επιβάλλει η δημοσιογραφική δεοντολογία;
Το Μερόπειο κι άλλα ιδρύματα τελούν υπό την ευγενική σκέπη διαφόρων ανθρώπων με δύναμη πολιτική που αλλάζουν κατά το δοκούν τις αρχές και τα καταστατικά τους….το Κερόπειο διαθέτει μία υπέροχη σάλα με θέα την Ακρόπολη …δίπλα από κεντρικό Ναό όποι παραθέτει μνημόσυνα ή άλλα events με σκοπό την ενίσχυση της γηροκόμησης κάποιων ανθρώπων που έχουν όμως μεταφερθεί αλλού…
Μπράβο για την προσπάθεια που κάνετε, είναι δεδομένο κατά την γνώμη μου πώς είναι αναμεμιγμένη και η greek mafia με κάποιο τρόπο σε αυτή την υπόθεση.
Αδιανόητο…ο “μεγάλος” δημοσιογράφος λάτρης ιστοριών για την Παλιά Αθήνα…ειχε άλλωστε καθημερινή στήλη σε έγκριτη εφημερίδα να έχει πρώτου βαθμού συγγένεια..με τέτοιο υποκείμενο?? Παντού χωμένος πάντως φαίνεται ότι ήταν απ’ότι διαβάζουμε ο επίτιμος “αντιδήμαρχος” μας…και κολλητάρι σε όλους τους Νεοδημοκράτες Δημάρχους….Το δε Μερόπειον Φιλανθρωπικό Ίδρυμα (Γηροκομείο) δεν λειτουργεί πλέον και ανακατασκευάζεται για λούξ δωμάτια AirBnb…αφού ειναι στο φιλέτο των Αθηνών…κάτω από την Ακρόπολη ..Μέχρι και το όνομα του Νέου Ιδιοκτήτη έχει ακουστεί αλλά ..υπομονή!!!!