Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην Εφημερίδα των Συντακτών και αποτελεί το πρώτο μέρος της έρευνας του Investigate Europe με την ΕφΣυν και το Reporters United για τα Μυστικά του Συμβουλίου της ΕΕ.
Tον Νοέμβριο του 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε την πρότασή της για μια νέα Οδηγία με σκοπό τη βελτίωση της εκπροσώπησης των φύλων στην αγορά εργασίας. Η πρόταση της Κομισιόν αφορούσε την επιβολή ποσόστωσης στις θέσεις μη εκτελεστικών μελών των Δ.Σ. στις εισηγμένες εταιρείες.
Η Οδηγία έθετε ως στόχο τουλάχιστον το 40% αυτών των στελεχών να προέρχεται από το φύλο που κάθε φορά υποεκπροσωπείται. Μάλιστα ο σχεδιασμός προέβλεπε ότι ο στόχος έπρεπε να επιτευχθεί έως το 2018 για τις εταιρείες του Δημοσίου και έως το 2020 για τις εταιρείες του ιδιωτικού τομέα. Τον Νοέμβριο του 2013 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε υπερψηφίζοντας την πρόταση της Ευρ. Επιτροπής. Μάλιστα, έκανε ένα βήμα παρακάτω ζητώντας αυστηρότερες ποινές για όσες εταιρείες δεν συμμορφώνονταν με την Οδηγία, όπως τον αποκλεισμό τους από δημόσια χρηματοδότηση.
Εκ του αποτελέσματος οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται για την ισότητα των φύλων στην εργασία και την ενίσχυση της παρουσίας των γυναικών στις ανώτατες θέσεις, και μάλιστα μη εκτελεστικές, των εταιρειών. Κι αυτό γιατί έχουν περάσει πάνω από εφτά χρόνια από την πρόταση της Ευρ. Επιτροπής και η Οδηγία δεν έχει ψηφιστεί. Οι ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Eνωσης (δηλαδή στις 27 κυβερνήσεις που εκπροσωπούνται σε αυτό), που με επιμονή και αυταπάρνηση εξακολουθεί να μπλοκάρει την Οδηγία.
Η Αθήνα μπλοκάρει
Σύμφωνα με δύο διαφορετικές ευρωπαϊκές πηγές, μία πολιτική και μία διπλωματική, που μίλησαν στην «Εφ.Συν.» και το Investigate Europe, η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών που ως μειοψηφία αρνησικυρίας έχουν ταχθεί ενάντια στην υιοθέτηση της Οδηγίας, με άλλα λόγια μπλοκάρουν την Οδηγία.
Αλλά ας ξετυλίξουμε το κουβάρι της αδιαφάνειας και πώς αυτό οδηγεί στην ελληνική άρνηση.
Πριν από το Brexit η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν οι δύο μεγάλες χώρες που μπλόκαραν την Οδηγία, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές που μίλησαν στο Investigate Europe. Το επιχείρημα των δύο χωρών δεν βασίστηκε στο ότι διαφωνούν με την έννοια των ποσοστώσεων. Η Γερμανία άλλωστε ανακοίνωσε πρόσφατα την καθιέρωση ποσοστώσεων για τις γυναίκες σε ανώτερες διοικητικές θέσεις εισηγμένων εταιρειών. Αντίθετα, οι δύο χώρες αντιτάχθηκαν στην Οδηγία υποστηρίζοντας ότι το ζήτημα των ποσοστώσεων στην απασχόληση δεν είναι ενωσιακό αλλά εθνικό, άρα τα κράτη-μέλη πρέπει εσωτερικά να αποφασίζουν τις πολιτικές για την ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας.
Η αντίληψη αυτή παρουσιάζει ένα μεγάλο πρόβλημα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., ορισμένα κράτη-μέλη, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, σημειώνουν ιδιαιτέρως χαμηλές επιδόσεις όσον αφορά την ισότητα των φύλων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε εργασιακούς χώρους. Αν η νομοθεσία που θα θελήσει να λύσει το πρόβλημα δεν είναι ενωσιακή αλλά εθνική, όπως πρότειναν η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, τότε η απόσταση μεταξύ κρατών-μελών πάνω σε θέματα ισότητας θα διευρυνθεί ακόμα περισσότερο.
Μετά το Brexit το Βερολίνο έμεινε ο μοναδικός «μεγάλος» κατά της Οδηγίας. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις διαπραγματεύονται και παίρνουν αποφάσεις στο Συμβούλιο με αδιαφάνεια και πίσω από κλειστές πόρτες. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει δημοσιευτεί η λίστα με τα κράτη-μέλη που είναι υπέρ και κατά της Οδηγίας, με αποτέλεσμα οι Ευρωπαίοι πολίτες να μην ξέρουν επίσημα ποιες κυβερνήσεις τάσσονται υπέρ της πιο ουσιαστικής ισότητας μεταξύ των φύλων και ποιες τάσσονται κατά.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές που έχουν καλή γνώση των θεμάτων στο Συμβούλιο και μίλησαν στο Investigate Europe, χρειάζονται «μόνο δύο μικρές χώρες» να αλλάξουν στάση υπέρ της Οδηγίας για να εξασφαλιστεί η απαραίτητη πλειοψηφία. Σε αυτή την αλλαγή η διαφάνεια και η λογοδοσία θα μπορούσαν να παίξουν σημαντικό ρόλο, αφού σύμφωνα με την Γκρέις Ο’Σάλιβαν, Ιρλανδή ευρωβουλευτίνα με τους Ευρωπαίους Πράσινους, η ενημέρωση των πολιτών για το ποια κράτη-μέλη μπορούν να αλλάξουν την πλειοψηφία «θα επέτρεπε στις φεμινιστικές οργανώσεις σε αυτές τις χώρες να οργανώσουν καμπάνιες για αυτό το ζήτημα. Αυτό θα μπορούσε να είναι πολύ αποτελεσματικό την ώρα που αυτές οι χώρες πλησιάζουν προς τις εθνικές εκλογές τους». Ωστόσο, για να το κάνουν αυτό, θα πρέπει να ξέρουν τι γίνεται στο Συμβούλιο, κάτι που οι εθνικές κυβερνήσεις αρνούνται παραβιάζοντας το γράμμα και το πνεύμα των ιδρυτικών συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου δεν αποκάλυψε ποια κράτη-μέλη μπλοκάρουν την Οδηγία. Σιγή ιχθύος τήρησε και η Γερμανία, η οποία το δεύτερο εξάμηνο του 2020 είχε την προεδρία του Συμβουλίου. Το Investigate Europe κατάφερε μόνο ανεπίσημα να ανακαλύψει ποιες χώρες έχουν ταχθεί κατά της Οδηγίας και αυτό χάρη στις πληροφορίες που αποκάλυψαν πηγές με καλή γνώση του θέματος. Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, πέρα από τη Γερμανία, τα κράτη-μέλη είναι η Δανία, η Σουηδία, και η Ολλανδία μαζί με τις υπερσυντηρητικές κυβερνήσεις στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Κροατία, τη Σλοβακία. Και την Ελλάδα.
Ως προς το πρώτο γκρουπ χωρών, ο λόγος πίσω από την άρνησή τους έγκειται στην παραδοσιακή τους αντίσταση απέναντι σε αλλαγές που θεωρούν ότι αποτελούν αποκλειστικά εθνική αρμοδιότητα.
Ως προς το δεύτερο γκρουπ χωρών είναι σαφές ότι η ισότητα των φύλων αντίκειται στον πυρήνα της πολιτικής τους ατζέντας. (Ας θυμίσουμε το πρόσφατο νομοσχέδιο στην Πολωνία που ποινικοποιεί το δικαίωμα στις αμβλώσεις.)
Και η Ελλάδα μέσα σε όλα αυτά; Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με ποιο σκεπτικό μπλόκαρε τη μεταρρύθμιση για περισσότερη ισότητα των φύλων στον εργασιακό χώρο;
Η σιωπή του Μαξίμου
Στις 29 Οκτωβρίου 2020 το Investigate Europe επικοινώνησε με το γραφείο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ζητώντας του να μας εξηγήσει γιατί η Ελλάδα έχει ταχθεί ενάντια στην Οδηγία ή να διαψεύσει ότι η Ελλάδα έχει λάβει αυτή τη θέση. Στις 19 Νοεμβρίου επανήλθαμε με το ίδιο ερώτημα. Και τις δύο φορές το μέγαρο Μαξίμου επέλεξε να σιωπήσει.
Η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να μπλοκάρει την Οδηγία δεν αποτέλεσε έκπληξη. Στις δύο κυβερνήσεις που έχει σχηματίσει μέχρι σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης οι γυναίκες αποτελούν μια πολύ μικρή μειοψηφία. Στην κυβέρνηση του Ιουλίου του 2019 συμμετείχαν μόλις πέντε γυναίκες (και μόλις δύο από αυτές ως υπουργίνες) σε σύνολο 51 ατόμων.
Μάλιστα τη δυσαναλογία σε βάρος των γυναικών παρατήρησε και η δημοσιογράφος Ζεϊνάμπ Μπαντάουι του BBC, η οποία σε συνέντευξή της με τον κ. Μητσοτάκη ρώτησε τον πρωθυπουργό σχετικά. «Δυστυχώς δεν υπάρχουν τόσες γυναίκες που θα ενδιαφέρονταν να ασχοληθούν με την πολιτική» ήταν η απάντηση του κ. Μητσοτάκη.
Δεν είναι πολύ διαφορετική η εικόνα και της νέας κυβέρνησης, στην οποία συμμετέχουν 10 γυναίκες σε ένα σχήμα 62 ατόμων, εκ των οποίων μόνο δύο ως υπουργίνες.
Τα κόμματα της Βουλής για τη λειτουργία του Συμβουλίου
Το Investigate Europe έστειλε ερωτήματα σχετικά με την Οδηγία για την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων σε όλα τα ελληνικά κόμματα με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Εκτός από τον κ. Μητσοτάκη, τη σιωπή επέλεξαν επίσης το ΚΙΝ.ΑΛΛ. και το ΜέΡΑ25. Αντίθετα, στα ερωτήματα τοποθετήθηκαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση.
Γιάννης Μπουρνούς (βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ και αναπληρωτής τομεάρχης Εξωτερικών, υπεύθυνος για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις): Για λόγους δικαιοσύνης και χρηστής διοίκησης χρειαζόμαστε περισσότερες γυναίκες σε θέσεις υψηλής ευθύνης. Οι ποσοστώσεις είναι σε θετική κατεύθυνση, αλλά απαιτούνται πολιτικές για τον τερματισμό της μισθολογικής ανισότητας και την εγγύηση των δικαιωμάτων που διασφαλίζουν ασφαλές εργασιακό περιβάλλον (π.χ. άδειες και προστασία από απόλυση λόγω μητρότητας). Εν έτει 2021 η πολιτική πλειοψηφία της Ε.Ε. κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση και η στάση της υπερσυντηρητικής και ακραία νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης Μητσοτάκη δεν προκαλεί έκπληξη.
Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος (ευρωβουλευτής ΚΚΕ): Η συμμετοχή των γυναικών σε Δ.Σ. επιχειρηματικών ομίλων παρουσιάζεται από την Ε.Ε., τις κυβερνήσεις και τα επιτελεία τους ως δήθεν μέτρο για την καταπολέμηση των διακρίσεων σε βάρος τους. Στην πραγματικότητα όμως η συμμετοχή αυτή στις διοικήσεις των καπιταλιστικών επιχειρήσεων χρησιμοποιείται για να κρύψει τον ταξικό χαρακτήρα της γυναικείας ανισοτιμίας.
Κυριάκος Βελόπουλος (πρόεδρος Ελληνικής Λύσης): Οσον αφορά την Οδηγία για τη συμμετοχή των γυναικών σε Δ.Σ., επικροτούμε τη στρατηγική για την ισότητα των φύλων, ευχόμαστε δε η συμμετοχή των γυναικών να ξεπεράσει και το 50%. Διατηρούμε ωστόσο επιφυλάξεις για την υποχρεωτικότητα της ποσοστιαίας συμμετοχής, καθότι ενδέχεται σε κάποιες περιπτώσεις να οδηγήσει σε άδικη μεταχείριση εκείνων των υποψήφιων συμμετεχόντων που δεν πληρούν το απαραίτητο κριτήριο του φύλου.
Τι είναι τα Μυστικά του Συμβουλίου
Τα Μυστικά του Συμβουλίου (Secrets of the Council) είναι μια έρευνα της «Εφημερίδας των Συντακτών» και του Investigate Europe σε συνεργασία με media partners σε εννέα χώρες. Τα ρεπορτάζ ερευνούν την έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας στο Συμβούλιο της Ε.Ε., το πιο σημαντικό νομοθετικό όργανο της Ενωσης, τον ρόλο των ιδιωτικών συμφερόντων μέσα στο Συμβούλιο και τον αντίκτυπο στο περιβάλλον και την καθημερινή ζωή των πολιτών.
Στην έρευνα συμμετέχουν: Cécile Andrzejewski (Γαλλία), Ingeborg Eliassen (Νορβηγία), Maria Maggiore (Ιταλία), Sigrid Melchior (Σουηδία), Leïla Miñano (Γαλλία), Paulo Pena (Πορτογαλία), Jef Poortmans (Βέλγιο), Elisa Simantke (Γερμανία), Nico Schmidt (Γερμανία), Harald Schumann (Γερμανία), Wojciech Cieśla (Πολωνία), Juliet Ferguson (Βρετανία), Θοδωρής Χονδρόγιαννος (Ελλάδα).