Το Reporters United δημοσιεύει στην πλατφόρμα των μπλογκ του άρθρα που αφορούν τον πόλεμο στην Ουκρανία, φιλοξενώντας απόψεις διαφορετικές, ακόμα και αντικρουόμενες μεταξύ τους. Αντίθετα με τα ρεπορτάζ και τις έρευνές μας που δεσμεύουν το Reporters United, τα άρθρα των μπλογκ απηχούν τις απόψεις της συντάκτριας και του συντάκτη. Ξεκινάμε με μια σειρά άρθρων από τέσσερις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (Βαρσοβία, Βερολίνο, Βουδαπέστη, Λονδίνο), γραμμένα από δημοσιογράφους του Investigate Europe, της πανευρωπαϊκής ομάδας δημοσιογράφων με την οποία συνεργαζόμαστε. Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο Investigate Europe από τον ούγγρο δημοσιογράφο του Attila Kálmán.
«Θέλω να κερδίσω [σ.τ.μ. τις εκλογές] και έχω ελπίδες ότι μπορούμε να συνεργαστούμε για πολλά χρόνια ακόμα», δήλωσε την 1η Φεβρουαρίου ο Βίκτορ Όρμπαν μετά από συνομιλίες διάρκειας πέντε ωρών με τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός, ο οποίος αναμένεται να κερδίσει για τέταρτη διαδοχική φορά τις εκλογές στις 3 Απριλίου, είπε ακόμη ότι είχε ταξιδέψει στη Μόσχα για μια «ειρηνευτική αποστολή». Έφυγε ευχαριστημένος, με ένα δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου που του υποσχέθηκε ως μπόνους ο Ρώσος πρόεδρος.
Ένα πρωινό, λίγο περισσότερο από ένα μήνα πριν τις γενικές εκλογές στην Ουγγαρία, ο Όρμπαν ξύπνησε ανακαλύπτοντας ότι πάνω από μια δεκαετία ρωσόφιλης εξωτερικής πολιτικής καταρρέει. Χρειαζόταν μια ξαφνική αλλαγή πολιτικής και έπρεπε να δώσει κάποιες εξηγήσεις στους ψηφοφόρους του. Πολλοί πλέον παραθέτουν ένα απόσπασμα από το «1984» του Όργουελ, λέγοντας ότι «ήμασταν πάντα σε πόλεμο με την Ευρασία». Κάτι που δεν είναι αβάσιμο.
12 συναντήσεις με τον Πούτιν σε 13 χρόνια
Μετά το 2010, ο Βίκτορ Όρμπαν ανακοίνωσε ότι είναι ανοιχτός για διαπραγματεύσεις με την Ανατολή και προσπάθησε να ενισχύσει τους δεσμούς της Ουγγαρίας με τη Ρωσία. Στο τελευταίο του ταξίδι στη Μόσχα, ο Ούγγρος πρωθυπουργός δήλωσε με υπερηφάνεια ότι είχε συναντήσει τον Πούτιν 12 φορές μέσα σε 13 χρόνια. Βαδίζοντας στα χνάρια του, ο υπουργός Εξωτερικών Πίτερ Σίγιαρτο έλαβε πρόσφατα από τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ το βραβείο «Φίλος της Ρωσίας» (την υψηλότερη κρατική διάκριση για τους μη Ρώσους). Οι δύο κυβερνήσεις έχουν διανύσει ένα μακρύ δρόμο, και τον έστρωσαν με χάρες.
Η Rosatom, η κρατική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας της Ρωσίας, σχεδιάζει να κατασκευάσει έναν πυρηνικό σταθμό ηλεκτροπαραγωγής στην Ουγγαρία που θα χρηματοδοτείται από ρωσικά δάνεια. Με την υποστήριξη της κυβέρνησης, η Ρωσική Διεθνής Τράπεζα Επενδύσεων μεταφέρθηκε στη Βουδαπέστη. Οι ολιγάρχες υποστηρικτές του Πούτιν και τα μέλη των οικογενειών τους θα μπορούν να αγοράσουν χρυσές βίζες. Η ουγγρική κυβέρνηση παρέδωσε στη Μόσχα και όχι στην Ουάσιγκτον τους Ρώσους εμπόρους όπλων που συνελήφθησαν στη Βουδαπέστη, παρά το ρητό αίτημα των Αμερικανών. Και η λίστα συνεχίζεται.
Ως αντάλλαγμα ήρθε το ρωσικό φυσικό αέριο, και το Φίντες, το κόμμα του Όρμπαν, μπόρεσε έτσι να συνεχίσει την εκστρατεία του για τη μείωση των λογαριασμών κοινής ωφέλειας. Ήταν τόσο σημαντικό γι’ αυτούς, ώστε μετά την εισβολή, την περασμένη εβδομάδα, ο υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι θα υποστήριζε τυχόν κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά χωρίς να τεθούν σε κίνδυνο οι μειώσεις των τιμών του φυσικού αερίου. Το ίδιο μήνυμα περιλαμβανόταν και στην επιστολή του Κυβερνητικού Κέντρου Πληροφοριών προς όλους τους Ούγγρους πολίτες που εγγράφηκαν για εμβολιασμό κατά του Covid-19.
Όταν η πραγματικότητα χτύπησε την πόρτα
Ο Βίκτορ Όρμπαν έχει δηλώσει επανειλημμένα το γεωπολιτικό του πιστεύω: σκέφτεται με βάση το τρίγωνο Βερολίνο-Μόσχα-Κωνσταντινούπολη και έχει ακολουθήσει τα τελευταία χρόνια μια πολιτική ταλαντεύσεων. Έδωσε την πλασματική μάχη του εναντίον των Βρυξελλών με μεγάλη δημιουργικότητα, χωρίς ποτέ να επικρίνει πραγματικά τη Μόσχα, τον στρατηγικό αντίπαλο της Ε.Ε. Η Ουγγαρία του Όρμπαν θεωρούνταν όλο και περισσότερο το προκεχωρημένο φυλάκιο του Πούτιν στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ· οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες δεν εμπιστεύονταν πια τους Ούγγρους και η συγκέντρωση Ρώσων κατασκόπων στην Ουγγαρία αυξανόταν ραγδαία.
Επί χρόνια, τα μέσα ενημέρωσης που αναπαράγουν το αφήγημα της κυβέρνησης μας λένε ότι ο Πούτιν είναι φίλος και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με τη Ρωσία. Και ξαφνικά, στις 24 Φεβρουαρίου, η πραγματικότητα τους χτύπησε την πόρτα.
Το τι ακριβώς συνέβη στα παρασκήνια είναι άγνωστο, αλλά είναι βέβαιο ότι ο Βίκτορ Όρμπαν, μετά τους αρχικούς του δισταγμούς, συμμορφώθηκε. Επέκτεινε την υποστήριξη της Ουγγαρίας σε όλες τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Η ψευδαίσθηση ενός πολέμου κατά της Ε.Ε. καταρρίφθηκε από την πραγματικότητα του πολέμου, και ο Όρμπαν δεν είχε άλλη επιλογή από το να προσαρμοστεί. Ωστόσο δήλωσε ότι δεν θεωρεί ορθολογικές τις κυρώσεις –καθώς βλάπτουν και την ουγγρική οικονομία. Αλλά σημείωσε ότι δεν υπάρχει πλέον χώρος για τέτοιου είδους προβληματισμούς.
Μπερδεμένοι ψηφοφόροι
Οι Ούγγροι ψηφοφόροι έχουν μάθει να είναι Ρωσόφιλοι και κατά της ΕΕ. Αυτή η αναστροφή τους δίχασε.
Υπάρχει και το γεγονός ότι οι σχέσεις της ουγγρικής κυβέρνησης με την Ουκρανία έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, ειδικά εξαιτίας του ουκρανικού νόμου για τη γλώσσα [νόμος με τον οποίο η ουκρανική γλώσσα επιβλήθηκε ως η μοναδική κρατική γλώσσα και τα δικαιώματα των μειονοτικών γλωσσών όπως τα ρώσικα και τα ουγγρικά υποχώρησαν], ο οποίος επηρεάζει τους Ούγγρους της Υπερκαρπαθίας, στη δυτική Ουκρανία. Στις αρχές Φεβρουαρίου, σε έναν προπαγανδιστικό ιστότοπο εμφανίστηκε ένα άρθρο σχετικό με τον νόμο για τη γλώσσα και τις επιθέσεις κατά της ουγγρικής μειονότητας στην Ουκρανία, με τίτλο «Η υποστήριξη στην Ουκρανία είναι προδοσία». Μετά την έναρξη του πολέμου ο τίτλος άλλαξε σε «Υποστήριξη στην Ουκρανία;».
Η βιασύνη και η ασχετοσύνη είναι προφανείς: ποτέ στο παρελθόν η επίσημη κυβερνητική προπαγάνδα δεν ήταν τόσο ασταθής και χαοτική. Μέρα με τη μέρα γίνονται αντιφατικές δηλώσεις, με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις και τα κυβερνητικά ΜΜΕ να είναι εκτός συγχρονισμού. Είναι αλήθεια ότι τα μέσα ενημέρωσης μας λένε περισσότερα για το τι θέλει να επικοινωνήσει η κυβέρνηση στο εκλογικό της σώμα: στην κρατική τηλεόραση και στις φιλοκυβερνητικές σελίδες στο Facebook συνεχίζεται ακόμα η μετάδοση του ρωσικού αφηγήματος, και οι «ειδικοί» της κυβέρνησης υποστηρίζουν μπροστά στις κάμερες με σοβαρό ύφος ότι η Ουκρανία προκάλεσε τον πόλεμο.
Και με τους δύο, και μόνος του
Ο Όρμπαν προσπαθεί να σηματοδοτήσει «επισήμως» ότι, είτε με μεγάλη συναίνεση είτε χωρίς, ακολουθεί τον δικό του δρόμο. Η Ουγγαρία, σε αντίθεση με άλλες χώρες της ΕΕ, δεν στέλνει όπλα στην Ουκρανία, ούτε καν επιτρέπει μεταφορές όπλων. Όλ’ αυτά γίνονται με το σκεπτικό ότι διαφορετικά θα εμπλεκόταν η Ουγγαρία στον πόλεμο. Εν τω μεταξύ, η προεκλογική εκστρατεία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και ο υποψήφιος πρωθυπουργός της αντιπολίτευσης Πίτερ Μάρκι-Ζάι σπιλώνεται από την κυβέρνηση με την κατηγορία ότι θέλει να στείλει Ούγγρους στρατιώτες στην Ουκρανία.
Είναι ενδιαφέρον το πόσο σημαντική έχει γίνει ξαφνικά για την ουγγρική κυβέρνηση η ασφάλεια, δεδομένου ότι όταν ξέσπασε ο πόλεμος, αυτή εξακολουθούσε να διαλαλεί ότι οι ουγγρικές αμυντικές δυνάμεις ήταν ικανές να υπερασπιστούν τη χώρα. Με βάση αυτόν τον ισχυρισμό, ο Ούγγρος πρωθυπουργός αρνήθηκε να αναπτύξει περισσότερα στρατεύματα του ΝΑΤΟ στη χώρα, ενώ όλα τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ κοντά στην Ουκρανία υποδέχθηκαν τους στρατιώτες με ανοιχτές αγκάλες. Λίγες μέρες αργότερα, μέχρι και η αποστολή όπλων θεωρούνταν επικίνδυνη, ενώ ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ζολτ Σεμγιέν δήλωσε ότι αν εκτοξευόταν ένας πύραυλος από το Μίσκολτς, η πόλη της ανατολικής Ουγγαρίας σύντομα θα ισοπεδωνόταν.
Όλ’ αυτά δείχνουν ότι ο Βίκτορ Όρμπαν έχει πλησιάσει περισσότερο την ΕΕ αλλά συνεχίζει να κάνει χάρες στον Πούτιν, και ως εκ τούτου στη βάση των ψηφοφόρων του, στους οποίους επαινεί τον Ρώσο αυταρχικό ηγέτη εδώ και μια δεκαετία.
Την Τρίτη εκδηλώθηκε άλλη μια αντιφατική συμπεριφορά. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι ευρωβουλευτές του κόμματος Φίντες ψήφισαν ότι η ρωσική επενδυτική τράπεζα πρέπει να απομακρυνθεί και ότι οι πυρηνικές συνεργασίες με τη Rosatom πρέπει να σταματήσουν. Αυτό θα σήμαινε το τέλος του έργου του πυρηνικού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής Paks 2. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έλαβε σοβαρά υπόψη την απόφαση. Την επόμενη μέρα, ο υπουργός του Γραφείου του Πρωθυπουργού Γκέργκελι Γκούλας δήλωσε ότι ο πυρηνικός σταθμός θα κατασκευαστεί και η τράπεζα θα παραμείνει.
Αυτοί δεν είναι κανονικοί πρόσφυγες
Μια ακόμη θεαματική στροφή από την ουγγρική κυβέρνηση, που δεν ενέχει παρόμοιο πολιτικό ρίσκο: το 2015 η κυβέρνηση έχτισε έναν φράχτη, φυλάκισε πρόσφυγες που δραπέτευσαν από τον πόλεμο και διεξήγαγε μια εκστρατεία μίσους εναντίον τους. Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης κατακλύζονταν από την απειλή της ισλαμικής τρομοκρατίας, ενώ Χριστιανοί που ξέφυγαν από τρομοκράτες ή από καθεστώτα που τους καταδίωκαν επαναπροωθήθηκαν στη Σερβία.
Το 2022 αντιθέτως, οποιοσδήποτε μπορεί να έρθει από την Ουκρανία χωρίς έγγραφα, ενώ αυτό θα μπορούσε να εγκυμονεί τους ίδιους σημαντικούς κινδύνους για την εθνική ασφάλεια όπως στην περίπτωση κάποιου που έρχεται από τη Συρία χωρίς έγγραφα. Η κυβέρνηση προτρέπει τους πάντες να βοηθήσουν, και καλωσορίζουμε όσους φεύγουν από τον πόλεμο με ανοιχτές αγκάλες.
Η διαφορά μεταξύ των προσφύγων του 2015 και του 2022 είναι προφανής: το χρώμα του δέρματός τους. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η αντίληψη για τους πρόσφυγες από τις δύο κρίσεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό απ’ αυτό, ακόμα κι αν η ουγγρική κυβέρνηση τους παρουσιάζει ως γείτονες «παρόμοιου πολιτισμού», οπότε η κατάσταση είναι διαφορετική.
Το 2015, το υποκριτικό ερώτημα τέθηκε συχνά από την πλευρά της κυβέρνησης: Γιατί οι άνθρωποι δεν καταφεύγουν από τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή σε γειτονικές χώρες; Γνώριζαν πολύ καλά ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς κατέφευγαν στους γείτονές τους, όπως στην περίπτωση της περιοχής του Σαχέλ στη βόρεια Αφρική: μόνο μια μειοψηφία ανθρώπων κατευθύνθηκε προς την Ευρώπη. Εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανοί κάνουν το ίδιο: καταφεύγουν στην Πολωνία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να μην συνεχίσουν το ταξίδι τους προς πιο μακρινές χώρες με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, αν έχουν αναγκαστεί να φύγουν ενώ η πατρίδα τους καταστρέφεται.