Τα στελέχη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) που επιχειρούσαν στο Αιγαίο γνώριζαν ότι το ελληνικό Λιμενικό προέβαινε σε παράνομες επαναπροωθήσεις αιτούντων άσυλο και, παρότι ανησυχούσαν για το πλήγμα που θα μπορούσε να επέλθει στο κύρος της Frontex από τη συγκάλυψη παραβιάσεων θεμελιωδών δικαιωμάτων, δεν κατήγγειλαν τα περιστατικά μέσω της προβλεπόμενης οδού.
Αντιθέτως, αφενός παραποιούσαν τις επίσημες καταγραφές ούτως ώστε τα συμβάντα να καμουφλάρονται στην εσωτερική βάση δεδομένων, και αφετέρου λάμβαναν μέριμνα προκειμένου η Frontex να μη βρίσκεται πλέον σε θέση να είναι μάρτυρας μελλοντικών περιστατικών — με αποκορύφωμα την απομάκρυνση ενός αεροπλάνου επιτήρησης που επιχειρούσε στο Αιγαίο, όπου έως τότε κατέγραφε σκάφη του ελληνικού Λιμενικού να ρυμουλκούν αιτούντες άσυλο από τα ελληνικά στα τουρκικά ύδατα, το οποίο αποφάσισαν επί τούτου να μετακινήσουν στις επιχειρήσεις της Frontex στην κεντρική Μεσόγειο.
Αυτά προκύπτουν από το πόρισμα 129 σελίδων της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), η οποία διερευνά περιπτώσεις διαφθοράς και σοβαρών παραπτωμάτων στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα (το πλήρες πόρισμα εδώ). Το έγγραφο διέρρευσε αρχικώς στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, στην ερευνητική ομάδα Lighthouse Reports και στην οργάνωση για την ενίσχυση της διαφάνειας στις δημόσιες Αρχές FragDenStaat. Στο αποκαλυπτικό αυτό ντοκουμέντο απέκτησε πλήρη πρόσβαση το Reporters United.
Το πόρισμα αποδίδει σοβαρά παραπτώματα στα στελέχη της καλύτερα χρηματοδοτούμενης (με πάνω από μισό δις προϋπολογισμό το 2021) ευρωπαϊκής υπηρεσίας, φτάνοντας ως τη διοίκησή της, καθώς και κρίσιμες παραλείψεις οι οποίες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες:
- παράλειψη να ακολουθήσουν τις προβλεπόμενες διαδικασίες,
- παράλειψη να εκπληρώσουν το καθήκον τους,
- παράλειψη να ασκήσουν τις διοικητικές τους αρμοδιότητες.
Τα κεντρικά σημεία του πορίσματος
Το έγγραφο της OLAF έχει ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 2022. Παρά τις πιέσεις, μεταξύ άλλων και από ευρωομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν έχει δοθεί επισήμως στη δημοσιότητα έως σήμερα.
Μια πρώτη δημοσίευση ευρημάτων του από τη Le Monde, το Lighthouse Reports και το Der Spiegel τον περασμένο Ιούλιο είχε οδηγήσει στην παραίτηση του Φαμπρίς Λεζερί, επικεφαλής της Frontex από το 2015. Από σήμερα, το πόρισμα καθίσταται ελεύθερα διαθέσιμο προκειμένου να έχει πρόσβαση σ’ αυτό όποιος πολίτης στην Ευρώπη επιθυμεί.
Η δημοσίευση του πορίσματος έχει διττή σημασία. Αφενός, επειδή η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να απορρίπτει συλλήβδην τις σχετικές δημοσιογραφικές αποκαλύψεις ως fake news, επικαλούμενη την — προσχηματική όπως διαπιστώθηκε — έκθεση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και δηλώνοντας άγνοια για το πόρισμα της OLAF. Αφετέρου, επειδή παρά την αλλαγή ηγεσίας της, η Frontex παραμένει στα ελληνοτουρκικά σύνορα δίχως να εξετάζει το ενδεχόμενο αναστολής (ή προειδοποίησης για αναστολή) της παρουσίας της, όπως επιβάλλει ο κανονισμός της, παρότι η ελληνική πολιτική διαχείρισης των συνόρων δεν έχει αλλάξει.
Η έρευνα της OLAF ξεκίνησε στις 11 Νοεμβρίου 2020. Περίπου ένα μήνα νωρίτερα, η υπηρεσία είχε λάβει μια επιστολή στην οποία περιλαμβάνονταν πληροφορίες για πιθανές παρατυπίες από την πλευρά των στελεχών της Frontex τόσο επιχειρησιακά (π.χ. επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο) όσο και εσωτερικά (π.χ. κακές πρακτικές στο εργασιακό περιβάλλον).
Για το ζήτημα των επαναπροωθήσεων στο Αιγαίο, καταγγελλόταν η πιθανή γνώση και καταγραφή τέτοιων περιστατικών από εναέρια μέσα επιτήρησης της Frontex που επιχειρούσαν στην περιοχή προς υποστήριξη των ελληνικών Αρχών, και η δημιουργία πρακτικών εμποδίων στην Υπεύθυνη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του οργανισμού, που ήταν αρμόδια για την αξιόπιστη καταγραφή τους.
Μεταξύ άλλων, η έρευνα βασίστηκε στην επιθεώρηση των εγκαταστάσεων της Frontex και στη συλλογή και ψηφιακή ανάλυση υλικού (π.χ. καταχωρήσεις στις σχετικές βάσεις δεδομένων, emails, μηνύματα WhatsApp μεταξύ στελεχών), στη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών από την Κομισιόν, στην ανάλυση πληροφοριών από ανοιχτές πηγές (π.χ. δημοσιευμένα ρεπορτάζ), καθώς και σε συνεντεύξεις με 20 μάρτυρες.
Η OLAF κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι αρχικοί ισχυρισμοί αποδεικνύονται. Και πως τα εν λόγω στελέχη, στο πλαίσιο των διαφορετικών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, διέπραξαν «σοβαρά παραπτώματα και άλλες παρατυπίες».
Μια κρίσιμη εξ αυτών — και ελληνικού ενδιαφέροντος — αφορά την παραπλανητική καταχώρηση των περιστατικών επαναπροωθήσεων στη διαδικασία «Αναφοράς Σοβαρών Περιστατικών» (Serious Incident Reporting) της Frontex, με την οποία τα στελέχη στο πεδίο ενημερώνουν τη διοίκηση του οργανισμού για περιστατικά στα οποία πιθανόν έχουν σημειωθεί παρατυπίες, προκειμένου να ακολουθήσει ανεξάρτητος έλεγχος.
Ενώ για να διερευνηθούν τέτοιου είδους περιστατικά θα έπρεπε να καταγράφονται στην Κατηγορία 4 (στην οποία περιλαμβάνονται συμβάντα που παραβιάζουν θεμελιώδη δικαιώματα ή υποχρεώσεις διεθνούς προστασίας), το πόρισμα της OLAF δείχνει πως εντάσσονταν εσφαλμένα στις υπόλοιπες τρεις κατηγορίες.
Καταγραφή επαναπροωθήσεων ως αποτροπής εισόδου
«[…] το να ρυμουλκείς μια υπερφορτωμένη και εύθραυστη βάρκα μέσα στη νύχτα στα ανοιχτά, δημιουργεί μια κατάσταση που μπορεί να θέσει σοβαρά σε κίνδυνο τις ζωές των επιβαινόντων»
Εσωτερικό email στελέχους της Frontex
Νωρίς τα ξημερώματα της 5ης Αυγούστου 2020, στη 01:41 ώρα Ελλάδος, αεροσκάφος επιτήρησης της Frontex εντοπίζει βάρκα στην οποία επιβαίνουν περί τους 30 αιτούντες άσυλο. Κατά τη στιγμή του εντοπισμού της, τη λαστιχένια βάρκα ρυμουλκεί προς τα τουρκικά ύδατα σκάφος του ελληνικού Λιμενικού. Τα δύο πλεούμενα βρίσκονται περίπου 1,2 ναυτικά μίλια εντός των ελληνικών υδάτων.
Κατά την εσωτερική επικοινωνία μεταξύ των στελεχών της Frontex για το περιστατικό, αργότερα την ίδια ημέρα, ένα εξ αυτών εμφανίζεται να δηλώνει μέσω email πως «από άποψη έρευνας και διάσωσης (Search and Rescue, SAR) η κίνηση δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα, καθώς το να ρυμουλκείς μια υπερφορτωμένη και εύθραυστη βάρκα μέσα στη νύχτα στα ανοιχτά, δημιουργεί μια κατάσταση που μπορεί να θέσει σοβαρά σε κίνδυνο τις ζωές των επιβαινόντων».
Όπως αναφέρεται στο ίδιο email, στο συγκεκριμένο αεροσκάφος της Frontex που γίνεται μάρτυρας του περιστατικού, δεν δίνεται η δυνατότητα να μείνει για πολύ στο σημείο. «Έλαβε αμέσως εντολή από τον ειδικό της Ελληνικής Ακτοφυλακής να πετάξει μακριά», αναφέρεται. «Στάλθηκε για να κάνει περιπολίες σε ελληνικό έδαφος μπρος- πίσω εννέα φορές, μεταξύ δύο σημείων στα οποία δεν σημειώθηκε ποτέ καμία δραστηριότητα».
Από την εσωτερική αλληλογραφία των στελεχών της Frontex που παρουσιάζει το πόρισμα της OLAF, προκύπτει πως αυτό δεν είναι το πρώτο περιστατικό κατά το οποίο παρατηρείται το ελληνικό Λιμενικό να επαναπροωθεί από τα ελληνικά ύδατα βάρκα με αιτούντες άσυλο στην Τουρκία. Στις μεταξύ τους επικοινωνίες, στελέχη μιλούν για την «επανάληψη τέτοιου είδους περιστατικών, που κάνει όλο και πιο δύσκολη την αντιμετώπισή τους» και αναφέρονται σε «τεράστιο κίνδυνο να πληγεί η φήμη» της Frontex.
Όπως σημειώνουν αργότερα μεταξύ τους, οι ελληνικές Αρχές έχουν καταγράψει το εν λόγω περιστατικό ρυμούλκησης των αιτούντων άσυλο από τα ελληνικά στα τουρκικά ύδατα ως «αποτροπή εισόδου».
Απομάκρυνση εναέριων μέσων, «για να μην είμαστε μάρτυρες»
Νωρίτερα, ήδη από τα μέσα του Απριλίου του 2020, τα εναέρια μέσα της Frontex έχουν καταγράψει παρεμφερές περιστατικό, στο οποίο Έλληνες λιμενικοί ανέβασαν στο σκάφος τους αιτούντες άσυλο από βάρκα την οποία είχαν μόλις προσεγγίσει, για να τους εξαναγκάσουν στη συνέχεια να ξαναεπιβιβαστούν στη βάρκα τους και να τους ρυμουλκήσουν προς τα τουρκικά ύδατα.
Εντούτοις, παρά τις ισχυρές ανησυχίες στο εσωτερικό της Frontex για έκθεση των αιτούντων άσυλο σε κίνδυνο, το περιστατικό δεν κατηγοριοποιήθηκε στην Κατηγορία 4, πρακτική που και εσωτερικά θεωρήθηκε ως προσπάθεια συγκάλυψης του γεγονότος.
Κι ενώ μετά την καταγεγραμμένη επαναπροώθηση του Αυγούστου 2020, κατά την επικοινωνία μεταξύ στελεχών της Frontex τίθεται η ιδέα να ενημερώσουν τις ελληνικές Αρχές ως προς τη θέση της Frontex σχετικά με τέτοιου είδους περιστατικά που θα μπορούσαν να πλήξουν την εικόνα της, τελικά δεν επιλέγουν αυτή τη δίοδο.
Στρέφονται στη δεύτερη ιδέα, που όπως προκύπτει από την εσωτερική αλληλογραφία έχει ήδη συζητηθεί με αφορμή το συμβάν της 5ης Αυγούστου 2020: την απομάκρυνση των εναέριων μέσων του ευρωπαϊκού οργανισμού ακτοφυλακής από το Αιγαίο, προκειμένου η Frontex να μην μπορεί —σε πρακτικό επίπεδο— να γίνεται μάρτυρας παράνομων επαναπροωθήσεων από το ελληνικό Λιμενικό.
«Έχουμε αποσύρει τα αεροσκάφη επιτήρησης της Frontex εδώ και κάποιον καιρό, ώστε να μην γινόμαστε μάρτυρες…»
Χειρόγραφη σημείωση στελέχους της FRONTEX
Μόλις δύο ημέρες αργότερα, το πρωί της 7ης Αυγούστου 2020, ζητείται εσωτερικά με κατεπείγουσα προθεσμία έκθεση ως προς τις ανάγκες για εναέρια μέσα της Frontex που βρίσκονταν στην κεντρική Μεσόγειο.
Η έκθεση υποβάλλεται νωρίς το απόγευμα της επομένης, και μέσα σε λιγότερο από δύο ώρες αξιοποιείται για να υποστηριχθεί η πρόταση της απομάκρυνσης των εναέριων Μέσων που υπηρετούν στην Ελλάδα, μέσω της διάθεσής τους σε άλλες περιοχές της κεντρικής Μεσογείου.
Η εν λόγω αναδιάταξη δυνάμεων φέρεται να είναι τόσο επείγουσα, που προτείνεται να λάβει χώρα το αμέσως επόμενο Σαββατοκύριακο. Τελικά πραγματοποιείται ένα μήνα αργότερα, στις 7 Σεπτεμβρίου 2020, καθώς, όπως επισημαίνει στο πόρισμά της η OLAF, απαιτούνταν ενημέρωση τουλάχιστον δύο εβδομάδων για την υλοποίηση της μετακίνησης ενός αεροσκάφους, ενώ τις διαδικασίες επιβράδυνε και η πανδημία.
Η OLAF επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια επιθεώρησης σε γραφείο στελέχους της Frontex, στο πλαίσιο της δικής της έρευνας, οι ερευνητές της εντόπισαν το αντίγραφο ενός εγγράφου για τη χρήση των αεροσκαφών εναέριας επιτήρησης της Frontex, με ημερομηνία 16 Νοεμβρίου 2020.
Στο πίσω μέρος της τελευταίας σελίδας του αντιγράφου, υπήρχε η εξής χειρόγραφη σημείωση: «Έχουμε αποσύρει τα αεροσκάφη επιτήρησης της Frontex εδώ και κάποιον καιρό, ώστε να μην γινόμαστε μάρτυρες…».
«Επέστρεψαν στην Τουρκία αυτοβούλως»
Το περιστατικό κατά το οποίο η Ελληνική Ακτοφυλακή έδωσε προσχηματική εντολή στο αεροσκάφος της Frontex προκειμένου να απομακρυνθεί από το σημείο στο οποίο επαναπροωθούνταν αιτούντες άσυλο, δεν είναι το μοναδικό.
Στις 28 Ιουλίου 2020, ο πιλότος ενός ελικοπτέρου της Frontex που επιχειρούσε στην Ελλάδα υπέβαλε μια «Αναφορά Σοβαρού Περιστατικού». Την προηγούμενη μέρα είχε εντοπίσει σε ελληνικά ύδατα μια λαστιχένια βάρκα με περίπου 25 αιτούντες άσυλο. Σύμφωνα με την αναφορά που υποβλήθηκε, ο συντονιστής στο Διεθνές Κέντρο Συντονισμού είχε ζητήσει από το πλήρωμα της Frontex να αλλάξει τις συντεταγμένες στις οποίες είχε εντοπιστεί η λέμβος, προκειμένου να παρουσιάζεται πως βρισκόταν εκτός των ελληνικών υδάτων.
Σε άλλες περιπτώσεις, οι εκπρόσωποι του ελληνικού Λιμενικού παρουσίασαν ψευδείς πληροφορίες ως προς περιστατικά για τα οποία ζητήθηκαν εξηγήσεις από τα στελέχη της Frontex που επιχειρούσαν υποστηρικτικά στην Ελλάδα.
Σε μία εξ αυτών υποστηρίχθηκε πως η βάρκα των αιτούντων άσυλο ήταν κατάλληλη για πλεύση, έφερε μηχανή, και πως οι επιβαίνοντες σε αυτήν επέστρεψαν στα τουρκικά ύδατα «αυτοβούλως», ενώ στο οπτικό υλικό της Frontex, η υπερφορτωμένη βάρκα φαίνεται εμφανώς να ρυμουλκείται από σκάφος του Λιμενικού — και η μηχανή της να έχει αφαιρεθεί.
Ωστόσο, η Frontex δεν κίνησε τις διαδικασίες που προβλέπονται, από τις οποίες απορρέει η υποχρέωσή της, σε περιπτώσεις στις οποίες προσωπικό της γίνεται μάρτυρας παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντιθέτως, σε τουλάχιστον μία περίπτωση καταγράφεται σκάφος που έχει συγχρηματοδοτηθεί από τη Frontex να είναι παρών σε συμβάν επαναπροώθησης.
Σύμφωνα με την OLAF, η ευθύνη της Frontex έγκειται επίσης στην άρνησή της να διεξαγάγει έρευνα με αφορμή υλικό δημοσιογραφικών ερευνών που ήταν ήδη διαθέσιμο. Όπως επισημαίνει το πόρισμα, τέτοιες έρευνες έχουν κατά το παρελθόν αξιοποιηθεί προκειμένου ως αφορμή να ξεκινήσει σχετική έρευνα.
Η κύρια όμως ευθύνη του καλύτερα χρηματοδοτούμενου οργανισμού της Ευρώπης (ο προϋπολογισμός για το 2022 είναι 754 εκατ. ευρώ) έγκειται στο γεγονός ότι ύστερα από τη συγκάλυψη των αρχικών περιστατικών, η Frοntex παρείχε στο ελληνικό Λιμενικό την ηθική — και επιχειρησιακή στον βαθμό που συνέχισε να καταγράφει ψευδώς τα περιστατικά — κάλυψη προκειμένου να πραγματοποιηθούν χιλιάδες επαναπροωθήσεις με δεκάδες χιλιάδες θύματα, κατά τα επόμενα δύο χρόνια.
Η σχετική έρευνα των Forensic Architecture και Forensis καταγράφει συνολικά 1.018 περιστατικά επαναπροωθήσεων με 27.464 θύματα στο Αιγαίο από τον Μάρτιο του 2020, όταν ξεκίνησε η δραστηριοποίηση της Frontex, μέσω της επιχείρησης Poseidon.
Για τα οποία υπόλογο δεν θα πρέπει να θεωρείται μόνο το ελληνικό Λιμενικό.