Μια εκπομπή που ξεκίνησε ως εκπαιδευτική-ψυχαγωγική για παιδιά, αλλά μόλις βρήκε τον δρόμο της μεταλλάχθηκε σε ένα πρόγραμμα υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας, που σχολίαζε την επικαιρότητα με τρόπο ποιητικό-σουρεαλιστικό, απευθυνόμενο κυρίως σε ενήλικες. Μια περιπέτεια που ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Μάνου Χατζιδάκι στο Τρίτο Πρόγραμμα της κρατικής ραδιοφωνίας τον Απρίλιο του 1977, κυοφορήθηκε επί 9 μήνες, πρωτοπαίχτηκε τέτοιες μέρες, στις 19 Δεκεμβρίου του 1977, και έκλεισε ξαφνικά τον κύκλο της, με περισσότερα από 300 επεισόδια, στις 2 Μαΐου του 1980.
Ο Χατζιδάκις κατόρθωσε να συγκεντρώσει μια πλειάδα νεότατων και εξαιρετικά ταλαντούχων ανθρώπων της τέχνης. Τους έδωσε τις κατευθυντήριες γραμμές, έμπνευση, μεγάλους βαθμούς ελευθερίας και πόρους, κυρίως όμως πνεύμα δημιουργικότητας, πειραματισμού και πολυφωνίας, και σήκωσε γύρω τους ασπίδα προστασίας που τους επέτρεψε να μεγαλουργήσουν παρά τις αναταράξεις που αντιμετώπισαν.
Καλλιτεχνικό εφαλτήριο
Η Λιλιπούπολη απέκτησε σημαντικό ακροατήριο και αποτέλεσε σταθμό στα ραδιοφωνικά και μουσικά πράγματα της χώρας. Αποτέλεσε επίσης εφαλτήριο για τις μεγάλες μετέπειτα καριέρες των πρωταγωνιστών της. Κινητήριοι μοχλοί της ήταν η Ρεγγίνα Καπετανάκη (σκηνοθέτις), η Ελένη Βλάχου (παραγωγός) και η Μαριανίνα Κριεζή (σεναριογράφος-στιχουργός). Λίγο αργότερα, στον βασικό πυρήνα προστέθηκε η Άννα Παναγιωτοπούλου (σεναριογράφος).
Πολλαπλούς ρόλους ερμήνευσαν συνολικά εικοσιοκτώ επαγγελματίες ηθοποιοί (συν δύο ερασιτέχνες), μεταξύ των οποίων οι Λευτέρης Βογιατζής, Άννα Παναγιωτοπούλου, Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Βασίλης Μπουγιουκλάκης, Γιώργος Κιμούλης, Σταμάτης Φασουλής, Μηνάς Χατζησάββας, Λυδία Κονιόρδου και Σαπφώ Νοταρά.
Πενήντα μία συνεντεύξεις με κάθε έναν από τους επιζώντες συντελεστές. Ατέλειωτη αναζήτηση (και τεκμηριωμένη παρουσίαση) για κάθε ντοκουμέντο, για κάθε ηχογραφημένο επεισόδιο της εκπομπής, για κάθε σχετικό δημοσίευμα.
Δεύτερη καριέρα -μέσω επανεκτελέσεων- είχαν τα τραγούδια της εκπομπής, γραμμένα από τέσσερις σημαντικούς συνθέτες (Νίκος Κυπουργός, Λένα Πλάτωνος, Νίκος Χριστοδούλου, Δημήτρης Μαραγκόπουλος), με ερμηνευτές, μεταξύ άλλων, τον Σπύρο Σακκά, την Κρίστη Στασινοπούλου, τη Σαβίνα Γιαννάτου και τη Νένα Βενετσάνου.
Οι ίδιες οι εκπομπές, ωστόσο, είχαν μείνει μονάχα στη μνήμη των ακροατών τους ή ξεχασμένες στο αρχείο της ΕΡΤ και σε συλλογές ιδιωτών, με κίνδυνο να λησμονηθούν. Ώσπου το καλοκαίρι του 2022 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Τόπος το σημαντικό βιβλίο «Στον καιρό της Λιλιπούπολης: Η βιογραφία μιας ραδιοφωνικής εκπομπής», προϊόν επίπονης έρευνας του δημοσιογράφου, ραδιοφωνικού παραγωγού και συγγραφέα Γιώργου Ι. Αλλαμανή, που είχε σκοπό να ζωντανέψει όλη την πορεία της σπουδαίας εκπομπής.
Το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο, και πιθανότατα θα είχε αποτύχει αν δεν το είχε αναλάβει, χαρίζοντάς του πέντε χρόνια απ’ τη ζωή του, ο κατάλληλος άνθρωπος. Ένα μεγάλο ερευνητικό πρότζεκτ, αντάξιο της υπερπαραγωγής που επιχείρησε να αναβιώσει.
Αυθεντική ερευνητική δημοσιογραφία
Επιλέξαμε να φιλοξενήσουμε αυτό το κείμενο στο Reporters United, παρότι δεν συνηθίζει να δημοσιεύει παρουσιάσεις βιβλίων, θεωρώντας ότι η συγγραφή του βιβλίου εμπίπτει στην κατηγορία της ερευνητικής δημοσιογραφίας την οποία υπηρετούμε. Είθισται βέβαια – όχι άδικα- να θεωρούμε ερευνητική κυρίως τη δημοσιογραφία που αποκαλύπτει σκάνδαλα και κρυμμένα μυστικά. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν: το ερευνητικό πείσμα, η τεκμηρίωση, η τήρηση της δεοντολογίας, η σφαιρική ματιά, η κριτική στάση απέναντι στους μηχανισμούς της εξουσίας. Τέτοια στοιχεία ξεχειλίζουν στο συγκεκριμένο βιβλίο.
Ο συγγραφέας άκουσε ένα προς ένα τα 213 γνωστά επεισόδια και πραγματοποίησε ένα τεράστιο έργο χρονολόγησής τους το οποίο χρειάστηκε να αναθεωρήσει πέντε φορές, καθώς η έρευνα απέδιδε νέα στοιχεία και πληροφορίες!
Πενήντα μία συνεντεύξεις με κάθε έναν από τους επιζώντες συντελεστές. Ατέλειωτη αναζήτηση (και τεκμηριωμένη παρουσίαση) για κάθε ντοκουμέντο, για κάθε ηχογραφημένο επεισόδιο της εκπομπής, για κάθε σχετικό δημοσίευμα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν το βιβλίο ξεκινούσε, από το σύνολο των περίπου 300-320 επεισοδίων (κανείς δεν είναι σίγουρος για τον ακριβή αριθμό), στο αρχείο της ΕΡΤ σώζονταν μόλις 132. Από την έρευνα εντοπίστηκαν 73 επιπλέον επεισόδια που βρίσκονταν σε συλλογές ιδιωτών, αντίγραφα των οποίων ο Αλλαμανής επαναπάτρισε, παραδίδοντάς τα με δική του πρωτοβουλία στο αρχείο της ΕΡΤ. (Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, ως αντάλλαγμα του παραχωρήθηκε δωρεάν το δικαίωμα χρήσης αρχειακού υλικού που επέλεξε από το αρχείο του οργανισμού). Έτσι, μαζί με μερικές ακόμα προσθήκες που προέκυψαν καθοδόν, ο Αλλαμανής έχει καταγράψει συνολικά 213 επεισόδια.
Ο συγγραφέας άκουσε ένα προς ένα τα 213 γνωστά επεισόδια και πραγματοποίησε ένα τεράστιο έργο χρονολόγησής τους το οποίο χρειάστηκε να αναθεωρήσει πέντε φορές, καθώς η έρευνα απέδιδε νέα στοιχεία και πληροφορίες!
Αντίστοιχη ήταν η τελειομανία του στην προσπάθειά του να καταρτίσει συνοδευτικούς πίνακες όπου έχουν αποτυπωθεί οι συνολικά 28 (συν 2 ερασιτέχνες) ηθοποιοί που συμμετείχαν, τα 66 πρωτότυπα τραγούδια συν τις επανεκτελέσεις τους, με τους συνθέτες και τους ερμηνευτές τους, και οι 47 διασκευές γνωστών τραγουδιών που έγιναν ειδικά για την εκπομπή, με τους ερμηνευτές τους και με τους τίτλους των πρωτότυπων τραγουδιών.
Παράλληλα εξηγείται γιατί ο Μάνος Χατζιδάκις, παρά τον ελιτισμό του, τις εκλεκτικές σχέσεις που καλλιέργησε με την εξουσία και τον ιδιότροπο χαρακτήρα του, έχει αναγνωριστεί από εχθρούς και φίλους, ως ένα από τα πιο ελεύθερα πνεύματα των καιρών μας.
Δεκάδες ντοκουμέντα (παρτιτούρες, χειρόγραφα, σκίτσα και γελοιογραφίες, φωτογραφίες των συντελεστών και στιγμιότυπα από την καθημερινότητα της εκπομπής, προγράμματα, αφίσες και άλλο υλικό από συναφείς εκδηλώσεις, ακόμα και κάτοψη του χώρου όπου λειτουργούσε το Τρίτο Πρόγραμμα), με επεξηγήσεις, ημερομηνίες και ρητή αναφορά στην πηγή του καθενός. Τέλος, δημοσιεύματα που δίνουν το κλίμα της εποχής και γεγονότα απ’ όπου αντλούσε έμπνευση ή σχολίαζε η εκπομπή.
Η αφήγηση αναπολεί με κέφι αγαπημένους ήρωες όπως ο Παπαγάλος, η Μπομπίλα, ο Μπιξ Μπιξ, η Όφη Σόφη, η Πιπινέζα, ο Δρακατώρ, ο Δυστροπόπιγκας, ακόμα κι εκείνος ο δήμαρχος Χαρχούδας. Αναπαράγει το κλίμα όπως εξελισσόταν πίσω από τα μικρόφωνα, αλλά και στα σπίτια των ακροατών. Σφυγμομετρεί την απήχηση της εκπομπής, τις αντιδράσεις που προκαλούσε στον δημόσιο διάλογο αλλά και στα κλιμάκια της εξουσίας, ενώ την εντάσσει με συστηματικό τρόπο στο κλίμα τής κάθε περιόδου και στα γεγονότα που γονιμοποιούσαν τα κείμενά της.
Μέσα από το βιβλίο του Γιώργου Αλλαμανή γίνονται κατανοητές οι παράμετροι του εγχειρήματος της Λιλιπούπολης που, αν αναλογιστεί κανείς την εποχή, τον χώρο και τις αντιξοότητες, ισοδυναμούσε με πολιτιστική επανάσταση. Παράλληλα εξηγείται γιατί ο Μάνος Χατζιδάκις, παρά τον ελιτισμό του, τις εκλεκτικές σχέσεις που καλλιέργησε με την εξουσία και τον ιδιότροπο χαρακτήρα του, έχει αναγνωριστεί από εχθρούς και φίλους, πέρα από το αναμφισβήτητο καλλιτεχνικό του μέγεθος, ως ένα από τα πιο ελεύθερα πνεύματα των καιρών μας. Και το Τρίτο Πρόγραμμα που έστησε, το πιο εύγλωττο παράδειγμα εναλλακτικού/ποιοτικού ραδιοφώνου. Ένα αξεπέραστο παράδειγμα που είναι πολύ αμφίβολο αν θα ξαναϋπάρξει στα μέρη μας.
Προϊστορία
Ο Γιώργος Αλλαμανής ξεκίνησε τη συγγραφική ερευνητική του πορεία το 2000 με το πρώτο του βιβλίο, ερευνητική βιογραφία του παραγνωρισμένου τραγουδοποιού Νικόλα Άσιμου, με τίτλο «Δίχως καβάτζα καμιά» (το οποίο δυστυχώς είναι από χρόνια εξαντλημένο, αλλά αναμένεται να επανεκδοθεί).
Το βιβλίο ήταν συναρπαστικό. Πρώτα πρώτα ήταν η εξαντλητική έρευνά του. Με άψογη μεθοδολογία αλλά και με απίστευτη ερευνητική επιμονή, δεν άφησε πέτρα που να μη σηκώσει προκειμένου να εκμαιεύσει κάθε πτυχή της πορείας και της προσωπικότητας του καλλιτέχνη, ακολουθώντας τα βήματά του από τη γενέτειρά του, την Κοζάνη, μέχρι τη Θεσσαλονίκη των φοιτητικών του χρόνων και των πρώτων μουσικών προσπαθειών του. Την κάθοδό του στην Αθήνα, τη δυσπροσαρμοστικότητά του στο σταρ σύστεμ της πρώιμης εναλλακτικής καλλιτεχνικής σκηνής, την έκπτωση και την περιθωριοποίησή του. Την εμμονή του να συνεχίσει να παράγει και να διανέμει τα τραγούδια του με κάθε μέσο. Τον άναρθρο και σκοτεινό κόσμο στον οποίο κυλίστηκε, τις προσωπικές -ακόμα και δικαστικές- περιπέτειές του, το τέλος του.
Ο Αλλαμανής μίλησε με κάθε συγγενή, φίλο ή συνεργάτη του Άσιμου, φωτογράφησε το εξωτερικό κάθε σπιτιού στο οποίο έζησε, κατέγραψε το κάθε τραγούδι του και τον κάθε έναν από τους δεκάδες συνεργάτες του, σε ένα εκφραστικότατο κείμενο όπου κατόρθωσε να κρατήσει όλες τις ισορροπίες. Χωρίς ούτε στιγμή να εξωραΐζει τον Άσιμο, αλλά και χωρίς να τον κατακρίνει – όπως θα ‘πρεπε δηλαδή να λειτουργεί κάθε δημοσιογραφική έρευνα.
Εντυπωσιακότερο στοιχείο όλου του έργου ήταν η επιλογή του συγγραφέα να αντιμετωπίσει τη βιογραφία του Άσιμου με την ίδια απαιτητικότητα και σοβαρότητα που θα επιδείκνυε αν είχε να κάνει πχ με τον Μάνο Χατζιδάκι ή με τον Μίκη Θεοδωράκη – με μια αμεροληψία, δηλαδή, υποδειγματική.
Ο δημοσιογράφος κι ο συγγραφέας
Η κάπως εκτενής αναφορά στο προηγούμενο βιβλίο του Αλλαμανή δεν είναι περιττή, καθώς αποτελεί μέτρο αξιολόγησης του νέου. Από τεχνικής απόψεως οι δυσκολίες εδώ ήταν ίσως μεγαλύτερες, λόγω του πλήθους των συντελεστών, της επιτακτικής ανάγκης να αναζητηθεί υλικό που εθεωρείτο χαμένο, αλλά και της ποσότητας των ντοκουμέντων που έπρεπε να τεκμηριωθούν και να ενταχθούν στην αφήγηση.
Και στη Λιλιπούπολη, ο Αλλαμανής κατορθώνει να διατηρήσει όλες τις δύσκολες ισορροπίες. Να εκδηλώσει με ειλικρίνεια τα θερμά του αισθήματα για την εκπομπή χωρίς να χαριστεί στα λάθη, τις αντιφάσεις και τις χασμωδίες που εκ των πραγμάτων χαρακτηρίζουν κάθε πειραματική απόπειρα. Να μεταδώσει το κλίμα της συνεργασίας χωρίς να αποκρύψει τα ανθρώπινα πάθη που κυοφορούνται σε κάθε συλλογική προσπάθεια, ιδίως όταν η ένταση χτυπάει κόκκινο. Να αναδείξει τον κομβικό ρόλο του Χατζιδάκι, τόσο στο δημιουργικό κομμάτι όσο και στη διαχείριση των συγκρούσεων και των ελιγμών του απέναντι σε πολλαπλά κλιμάκια εξουσίας, χωρίς να αποσιωπήσει τις ιδιαιτερότητες και τις ιδιοτροπίες του ίδιου, που συχνά έδιναν επιχειρήματα στους αντιπάλους του.
Με αυτό το βιβλίο, ο Αλλαμανής θα έπρεπε να έχει επίσημα αναγορευθεί σε ευεργέτη της ΕΡΤ! Όχι για να του στήσουν ανδριάντα ή να του απονείμουν τιμητική πλακέτα, αλλά για κάποιον πολύ πιο σημαντικό σκοπό.
Οι λίγες ενστάσεις αφορούν τον τρόπο με τον οποίο επέλεξε να τιθασεύσει το θηριώδες υλικό που συγκέντρωσε. Μοιάζει σαν να πονούσε τόσο το κάθε εύρημα, ώστε δυσκολευόταν να κάνει κάποιες επιλογές που θα αναδείκνυαν τα πιο πολύτιμα, σπάνια ή θεαματικά ευρήματα. Στο ίδιο πλαίσιο μπορεί να ειπωθεί πως η πλούσια παράθεση αποκομμάτων του τύπου της εποχής ίσως υπερκαλύπτει μερικές φορές τη σπουδαιότητα των πρωτογενών ντοκουμέντων.
Και μια τελευταία παρατήρηση που αφορά τη ροή της αφήγησης. Προκειμένου να εξαντλήσει όλο το φάσμα των δυνατών προσεγγίσεων, ο Αλλαμανής επέλεξε μια ενδιαφέρουσα πολυπρισματική παρουσίαση, απομονώνοντας σημαντικές λεπτομέρειες που τον γοητεύουν και ζουμάροντας σ’ αυτές. Είναι μια μοντέρνα προσέγγιση που προσομοιάζει στη γλώσσα του Ίντερνετ – ενδεχομένως μια χρηστική επιλογή. Με κριτήριο ωστόσο την απόλαυση του αναγνώστη, είναι σαν να υπερτιμά τα γεγονότα έναντι των συναισθημάτων, την εικόνα έναντι του λόγου. Ίσως αυτή τη φορά επέλεξε να δώσει την απόλυτη προτεραιότητα στον δημοσιογράφο, παραμερίζοντας τον συγγραφέα – θυσιάζοντας, δηλαδή, μια πιο σφαιρική αφήγηση σε συνεχή ροή, που αποδεδειγμένα ο ίδιος είναι σε θέση να συνθέσει υποδειγματικά, χωρίς να χαθεί το παραμικρό από το βάθος και την πολλαπλότητα της ερευνητικής μεθόδου.
Η ΕΡΤ και η ιστορία της
Κάπου εδώ, κανονικά, η παρουσίαση αυτή θα έκλεινε. Το βιβλίο είχε ξεκαθαρίσει με τον καλύτερο τρόπο ανοιχτούς λογαριασμούς που ανάγονταν το παρελθόν. Έμεναν ωστόσο μερικές σημαντικές εκκρεμότητες που αφορούν το παρόν και το μέλλον. Η Λιλιπούπολη αποτελεί φωτεινό κομμάτι της ιστορίας της ΕΡΤ. Τι έκανε η ΕΡΤ προκειμένου να διασώσει αυτό το καλλιτεχνικό κεφάλαιο που της ανήκει; Εντάξει, είναι πασίγνωστο ότι ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας έχει αποτύχει διαχρονικά να περιφρουρήσει την κληρονομιά του, με αποτέλεσμα να έχουν χαθεί -ίσως για πάντα- τεράστια οπτικοακουστικά ντοκουμέντα της ιστορίας του τόπου.
Με αυτό το βιβλίο, ο Αλλαμανής θα έπρεπε να έχει επίσημα αναγορευθεί σε ευεργέτη της ΕΡΤ! Όχι για να του στήσουν ανδριάντα ή να του απονείμουν τιμητική πλακέτα, αλλά για κάποιον πολύ πιο σημαντικό σκοπό. Να αναγνωρίσουν και να βαδίσουν στον δρόμο που έδειξε. Να συνειδητοποιήσουν ότι εφόσον ένας μεμονωμένος ιδιώτης με πενιχρά μέσα μπορεί να εμπλουτίσει το αρχείο της εκπομπής με 73 επεισόδια, η ΕΡΤ, με τα πολλαπλάσια μέσα που διαθέτει και με το κύρος του άμεσα ενδιαφερόμενου, θα μπορούσε να αναζητήσει και να βρει τα υπόλοιπα. Όχι για να τα καταχωνιάσουν στο αρχείο, αλλά για να ανασυστήσουν με όλους τους τρόπους την εμπειρία ακρόασης της εκπομπής.
Ο κ. Αλλαμανής έφερε το Αρχείο της ΕΡΤ σε επαφή με το Αρχείο του SERVICE RADIO της Σουηδίας καθώς είχε την πληροφορία ότι βρισκόταν στο συγκεκριμένο αρχείο 72 επεισόδια. Άμεσα η Διεύθυνση Αρχείου σε συνεργασία με το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων της ΕΡΤ αναζήτησαν τα συγκεκριμένα επεισόδια.
Βασίλης Αλεξόπουλος, διευθυντής Αρχείου ΕΡΤ
Κι ακόμα περισσότερο, για να τη χρησιμοποιήσουν ως αφετηρία για την ανασύσταση του κλίματος καλλιτεχνικής δημιουργικότητας και πειραματισμού, διαδικασία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μελλοντικά ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά επιτεύγματα.
Γιατί δεν μπόρεσαν στην κυκλοφορία του «Καιρού της Λιλιπούπολης» να αναγνωρίσουν αυτή την ευκαιρία; Αναζητήσαμε την απάντηση από τον καθ’ ύλην αρμόδιο, τον πρόεδρο της ΕΡΤ Α.Ε. κ. Κωνσταντίνο Ζούλα, υποβάλλοντάς του μερικά εύλογα ερωτήματα σχετικά με το βιβλίο.
Απώτερος σκοπός των ερωτήσεων ήταν να διαπιστωθεί αν η επίσημη ΕΡΤ αναγνώρισε στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε για το βιβλίο μια αφετηρία για να πραγματοποιήσει ανάλογες δράσεις με σκοπό τη συμπλήρωση και αναδιοργάνωση του ιστορικού οπτικοακουστικού υλικού της. Εάν διαθέτει ως οργανισμός κάποιον προγραμματισμό για την ανασύσταση και την προστασία της πνευματικής -και όχι μόνο- παρακαταθήκης της. Αν έχει θέσει στις προτεραιότητές της την αναζήτηση πόρων από εγχώρια ή κοινοτικά προγράμματα, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τέτοιες έρευνες και διαδικασίες. (Οι ερωτήσεις μας και η πλήρης απάντηση της ΕΡΤ εδώ).
Ο πρόεδρος της ΕΡΤ μας παρέπεμψε στον καθ’ ύλην αρμόδιο κ. Βασίλη Αλεξόπουλο, διευθυντή του Αρχείου, ο οποίος έδωσε ορισμένες απαντήσεις εξηγώντας τους τρόπους με τους οποίους η υπηρεσία του συνέδραμε όπου της ζητήθηκε την έρευνα του Αλλαμανή.
«Στο Αρχείο της ΕΡΤ υπήρχαν 176 επεισόδια. Ο κ. Αλλαμανής έφερε το Αρχείο της ΕΡΤ σε επαφή με το Αρχείο του SERVICE RADIO της Σουηδίας καθώς είχε την πληροφορία ότι βρισκόταν στο συγκεκριμένο αρχείο 72 επεισόδια. Άμεσα η Διεύθυνση Αρχείου της ΕΡΤ, σε συνεργασία με το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων της ΕΡΤ, μέσω αλληλογραφίας, αναζήτησαν τα συγκεκριμένα επεισόδια. Σε αλληλογραφία που ακολούθησε το SR, μας παρέπεμψε στη Swedish Royal Library, όπου τελικά βρέθηκαν 53 (19 υπήρχαν στο Αρχείο της ΕΡΤ), επεισόδια της σειράς και στο πλαίσιο ανταλλαγής αρχειακού υλικού που διέπει το καθεστώς διαχείρισης των Δημόσιων Αρχείων της Ευρώπης έγινε η προσφορά αντιγράφου των συγκεκριμένων εκπομπών στο Αρχείο της ΕΡΤ. Ως εκ τούτου, η ΕΡΤ στην παρούσα φάση έχει στην κυριότητά της 229 εκπομπές».
Οι απαντήσεις του ως προς τον μελλοντικό προγραμματισμό σηματοδοτούν μια σειρά καλών προθέσεων για την αναζήτηση χαμένου υλικού, κυρίως σε ραδιοφωνικούς οργανισμούς του εξωτερικού (Αγγλία, ΗΠΑ και Γερμανία), όχι όμως έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό.
Ενδιαφέρον πάντως παρουσιάζει η πληροφορία που περιλαμβάνεται στην απάντηση, ότι η διεύθυνση Αρχείου έχει ήδη αρχίσει να «επεξεργάζεται κατάλογο με τίτλους υλικού που βρίσκεται εκτός Ελλάδας και έχει μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον». «Μια επίπονη ερευνητική εργασία, που έχει ως στόχο αφενός μεν να ενημερώσει το κοινό για το υλικό που βρίσκεται εκτός Ελλάδος, αφετέρου δε [να τεκμηριώσει] την ιστορική αξία του με σχετικές παραπομπές και βιβλιογραφία».
Ενδιαφέρουσα και χρήσιμη δημοσιογραφική έρευνα του Γ.Αλλαμανή. Ακόμα πιο χρήσιμο το “ξύπνημα” απο τον χρόνιο λήθαργο της ΕΡΤ .