Μικρή γηραιά Ευρώπη μέσα σε έναν πολυπληθή νεανικό κόσμο

Η data έρευνα για την πληθυσμιακή μεταβολή στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία -με την οποία εγκαινιάζεται η νέα cross-border συνεργασία του Reporters United με το Tagesspiegel Innovation Lab και 13 ακόμη διεθνή μέσα ενημέρωσης- αναδεικνύει περιφερειακές αποκλίσεις που προβληματίζουν. Ζοφερές οι δημογραφικές προοπτικές για την Ελλάδα.

Εικονογράφηση: Spoovio / Κωνσταντίνα Μαλτεπιώτη
Μικρή γηραιά Ευρώπη μέσα σε έναν πολυπληθή νεανικό κόσμο
Εικονογράφηση: Spoovio / Κωνσταντίνα Μαλτεπιώτη

Το Innovation Lab του Tagesspiegel, μαζί με το Reporters United και 13 ακόμη διεθνείς media partners ξεκίνησαν τον περασμένο Νοέμβριο μια διασυνοριακή συνεργασία η οποία θα επιχειρήσει μέσα από μια σειρά δημοσιεύσεων και οπτικοποιήσεων να καταγράψει τις αλλαγές στα δημογραφικά χαρακτηριστικά, τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις, καθώς και τις στεγαστικές συνθήκες της Ευρώπης και τον τρόπο που αυτές επηρεάζουν τη ζωή των Ευρωπαίων στα αστικά κέντρα. 

Οκτώ δισεκατομμύρια. Ο αριθμός που κάποτε έμοιαζε άπιαστος, είναι σύμφωνα με τον ΟΗΕ πραγματικότητα. Οκτώ δισεκατομμύρια άνθρωποι κατοικούν στη γη αυτή τη στιγμή, και μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα αναμένεται να αγγίξουν τα 10! Τα στοιχεία δείχνουν όμως πως η μεγαλύτερη αύξηση πληθυσμού συμβαίνει εκτός ευρωπαϊκών συνόρων και μέχρι το 2050 θα έχει ως επίκεντρό της κυρίως οκτώ χώρες: Ινδία, Πακιστάν, Φιλιππίνες, Δημοκρατία του Κονγκό, Αίγυπτο, Αιθιοπία, Νιγηρία και Τανζανία. Από τη λίστα ξεχωρίζει η απουσία της Κίνας, αφού ο πληθυσμός της αυξάνεται πλέον με χαμηλότερο ρυθμό. 

Στήριξε την ανεξάρτητη δημοσιογραφία του Reporters United εδώ!

Και τι ακριβώς συμβαίνει με την Ευρώπη; 

Κοιτώντας κανείς τη Γηραιά Ήπειρο η αρχική εικόνα είναι πως όλα μένουν ίδια. Πρόκειται όμως για λανθασμένη εντύπωση, καθώς η πληθυσμιακή εξέλιξη διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα, αλλά και μεταξύ των διαφόρων περιφερειών τους. 

Ευρώπη διαφορετικών ταχυτήτων

Σύμφωνα με τη Eurostat, οι Ευρωπαίοι πολίτες αυξήθηκαν από 355 εκατομμύρια το 1960 σε 447 εκατομμύρια το 2022. Ωστόσο, υπήρξαν και χώρες που κατέγραψαν μείωση του πληθυσμού, τάση που φαίνεται πως θα ακολουθήσει σταδιακά ολόκληρη η Ευρώπη ως το 2100. Η εκτίμηση αυτή, μαζί με την πρόβλεψη για αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά μέσον όρο 5,1 έτη ως το 2100, πρόκειται να φέρει σημαντικές αναταράξεις στην αγορά εργασίας και στην οικονομία της Ευρώπης, καθώς σημαίνει ότι θα αντιστοιχεί ένας συνταξιούχος σε κάθε δύο (ή και λιγότερο) εργαζόμενους. 

“Είναι η πρώτη φορά μεταπολεμικά που μειώνεται ο πληθυσμός της Ελλάδας μετά το 2011”

Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Σε αυτήν την κατεύθυνση κυμαίνονται και οι προβλέψεις της Διεύθυνσης Πληθυσμού του ΟΗΕ, οι οποίες βασίζονται στην επεξεργασία των εθνικών απογραφών και λαμβάνουν υπόψη παράγοντες όπως η μετανάστευση, η γεννητικότητα, η θνησιμότητα, το προσδόκιμο ζωής κ.ά.. Για κάποιες χώρες όπως η Ιρλανδία, η Σουηδία και η Κύπρος, ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων σηματοδοτεί επικείμενη αύξηση του πληθυσμού ως το 2050. Στην Ιρλανδία, για παράδειγμα, εξακολουθούν να καταγράφονται τα τελευταία χρόνια περισσότερες γεννήσεις από ό,τι θάνατοι. Σε συνδυασμό με τη δεδομένη παράλληλη αύξηση του προσδόκιμου ζωής εξαιτίας της βελτίωσης των υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και με την αντιστροφή του κύματος μετανάστευσης προς το εξωτερικό, διαμορφώνεται σενάριο ισχυρής ανόδου. Στη Σουηδία η αυξημένη εισροή μεταναστών δείχνει πως ο πληθυσμός της χώρας θα παρέμενε ίδιος εάν κάθε γυναίκα αποκτήσει κατά μέσον όρο 1,2 παιδιά. Για κράτη όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία, κάθε γυναίκα θα έπρεπε να έχει 3 παιδιά. 

Η Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, μοιάζει να ακολουθεί πορεία αντίστροφη. Η πρόσφατη απογραφή έδειξε πως την τελευταία δεκαετία ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά περίπου 480.000 άτομα, καθώς στα τέλη του Οκτωβρίου 2021 εκτιμήθηκε σε 10,620 εκατ. από 11,105 εκατ. μόνιμους κατοίκους το 2011. ΕΛΣΤΑΤ και Eurostat εκτίμησαν τους μόνιμους κατοίκους την 1/1/2022 σε 10,604 εκατομμύρια. 

Είναι η πρώτη φορά μεταπολεμικά που μειώνεται ο πληθυσμός της Ελλάδας, εξέλιξη που αποδίδεται κυρίως στο ότι μετά το 2011 «τόσο το φυσικό ισοζύγιο (γεννήσεις-θάνατοι) όσο και το μεταναστευτικό ισοζύγιο (είσοδοι στην Ελλάδα – έξοδοι από την Ελλάδα) είναι αρνητικά», όπως επισημαίνει ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Επιστημονικός Υπεύθυνος του χρηματοδοτούμενου από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας προγράμματος «Δημογραφικά Προτάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα». 

Κομβικό ρόλο σε αυτήν την αρνητική μεταβολή έπαιξε και η πανδημία του Covid-19, η οποία, σύμφωνα με τον καθηγητή Κοτζαμάνη, «προκάλεσε αφενός μεν μια σημαντική αύξηση των θανάτων και μια αναβολή των γεννήσεων που υπό κανονικές συνθήκες θα καταγραφόντουσαν στην χώρα μας. Αυτό οδήγησε σε ένα φυσικό ισοζύγιο ακόμη πιο αρνητικό από αυτό που αναμέναμε, καθώς οι θάνατοι ήταν περισσότεροι από τις γεννήσεις κατά 40 χιλ. το 2020, κατά 58 χιλ. το 2021 και κατά 66 χιλ. το 2022». 

Κράτη ηλικιωμένων 

Τα μακροπρόθεσμα σενάρια είναι εξαιρετικά δυσοίωνα για την Ευρώπη: οι προβλέψεις του ΟΗΕ ως το 2050 τοποθετούν την Ελλάδα μαζί με την Πορτογαλία και την Κροατία στις χώρες που μπορεί να χάσουν από 11 έως 18% του πληθυσμού τους, ενώ για τη Βουλγαρία και τη Λετονία το ποσοστό αυτό μπορεί να ξεπεράσει το 24%. Έως το 2100, ο πληθυσμός της Ελλάδας και της Ιταλίας μπορεί να μειωθεί μέχρι και 40%, της Βουλγαρίας έως 58%, ενώ στη Γερμανία η μείωση θα μπορούσε να φτάσει το 17%.

“Από το 1950 οι ηλικιωμένοι στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί επί σχεδόν 6”

Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στην Πολυτεχνική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Εφόσον αυτή είναι η αδήριτη τάση, τι είδους χώρα θα είναι τότε η Ελλάδα;

«Στην Ελλάδα το πλήθος των ανθρώπων άνω των 65 έχει πολλαπλασιαστεί μεταξύ 1950 και 2023 επί σχεδόν 6 -ενώ αυτό του συνολικού πληθυσμού μόνον επί 1,4- και μέχρι το 2050 αναμένεται να φτάσουν τους 800 χιλιάδες, ενώ μέχρι τότε ο πληθυσμός μας θα έχει πιθανότατα μειωθεί κατά 1,3 εκατομμύρια», απαντά χαρακτηριστικά ο Βύρων Κοτζαμάνης

Χάρτης των πληθυσμιακών αλλαγών 

Τέτοιες αυξομειώσεις πληθυσμού δεν μπορεί παρά να αποτυπώνονται και γεωγραφικά, τόσο στις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές, όσο και στα αστικά κέντρα των ευρωπαϊκών κρατών. Στον παραπάνω χάρτη, όπου μπορεί κανείς να εντοπίσει τις πληθυσμιακές τάσεις των ευρωπαϊκών περιφερειών από το 2011 έως το 2021, διαπιστώνουμε ότι στη δυτική και βόρεια Ευρώπη αυξάνεται ο πληθυσμός με αργό αλλά σταθερό ρυθμό. Στην Αυστρία, αυξήθηκε σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, ενώ στην Ιταλία υπάρχουν σαφείς διαφορές μεταξύ Βορρά και Νότου. 

Ένα συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως ακόμη και σε ευρωπαϊκά κράτη όπου μειώνεται συνολικά ο πληθυσμός, υπάρχει αύξηση κατοίκων στα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα. Το 2018 τουλάχιστον το 75% των Ευρωπαίων ζούσε σε αστικά κέντρα και εκτιμάται ότι ως το 2040 το ποσοστό αυτό θα ανέβει στο 80% και θα φτάσει το 85% το 2050, με τον ρυθμό αστικής ανάπτυξης να είναι ισχυρός στα φτωχότερα ευρωπαϊκά κράτη. 

«Ο αστικός πληθυσμός της χώρας μας για πρώτη φορά μεταπολεμικά δεν αυξήθηκε, αλλά και αυτός μειώθηκε. Η μείωση αυτή είναι διαφοροποιημένη και δεν έχει την ίδια ένταση σε όλα τα αστικά κέντρα», τονίζει ο Β. Κοτζαμάνης και εξηγεί πως η μείωση οφείλεται κυρίως στην μετανάστευση και σε μικρότερο βαθμό στα αρνητικά φυσικά ισοζύγια γεννήσεων-θανάτων.

Η Αθήνα κόντρα στο ρεύμα

Το παρακάτω γράφημα καταγράφει την πληθυσμιακή αλλαγή 17 συγκεκριμένων μητροπολιτικών περιοχών από το 2011 μέχρι το 2021. Σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις παρατηρείται σημαντική πληθυσμιακή αύξηση ειδικά από το 2016 και μετά. Μοναδική εξαίρεση η Αθήνα, που παρουσιάζει μείωση των κατοίκων της κατά 7,3%! 

Για τον καθηγητή Κοτζαμάνη η εξέλιξη αυτή αποτελεί αποτύπωση μιας τάσης που έχει ξεκινήσει παλαιότερα: «Η εσωτερική μετανάστευση έχει ανακοπεί την τελευταία δεκαπενταετία, ενώ αναδύεται ταυτόχρονα μια τάση αναστροφής των εσωτερικών μεταναστευτικών ρευμάτων λόγω της κρίσης, των ομάδων δηλαδή του πληθυσμού που θίχτηκαν ιδιαίτερα από την κρίση και για να επιβιώσουν αναγκάστηκαν να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν στον περι-αστικό η ύπαιθρο χώρο». 

Σύμφωνα με τα δεδομένα της Eurostat, κατά την πρώτη πενταετία της οικονομικής κρίσης, η Αθήνα ήταν η πρώτη με ραγδαία μείωση του πληθυσμού της που άγγιξε το 5.8%, ενώ την δεύτερη πενταετία μειώθηκε κατά 1.5%. «Η τάση αυτή όμως, ακόμη και αν ενισχυθεί με κάποια μέτρα (ενίσχυση π.χ. νέων για εγκατάσταση και δραστηριοποίησή τους στον ύπαιθρο χώρο) δεν πρόκειται να αλλάξει ριζικά τον πληθυσμιακό χάρτη της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες», σχολιάζει ο Β. Κοτζαμάνης.

Δύση σε πτωτική τροχιά

Τις επόμενες δεκαετίες η μετανάστευση και η υπογεννητικότητα θα συνεχίσουν να αποτελούν τον πιο επιδραστικό παράγοντα για την αύξηση ή μείωση του πληθυσμού στις χώρες με υψηλά εισοδήματα. 

Η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες προβλέπεται, κατά τα σενάρια του ΟΗΕ, να σημειώσουν κορύφωση της πληθυσμιακής αύξησης στα τέλη της δεκαετίας του 2030, όταν και θα αρχίσει πιθανώς η σταδιακή πτώση λόγω της υπογεννητικότητας και των μεταναστευτικών ροών και θα έχει σαν αποτέλεσμα το 2050 ένας στους τέσσερις κατοίκους σε Ευρώπη και βόρεια Αμερική να είναι άνω των 65 ετών. 

Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημογραφίας κ. Κοτζαμάνη, όλα τα σενάρια και οι προβολές καταλήγουν σε ίδιο αποτέλεσμα για τη χώρα μας, αφού «τα φυσικά ισοζύγια θα συνεχίσουν μέχρι το 2050 να είναι αρνητικά, οδηγώντας στη μείωση του πληθυσμού, καθώς το μικρό θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο δεν είναι δυνατόν να αντισταθμίσει το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο». 

Ωστόσο, μέτρα για την ταχύτερη και δραστικότερη αφομοίωση μεταναστών και προσφύγων που βρέθηκαν στην Ελλάδα θα μπορούσαν να αμβλύνουν αυτές τις εξελίξεις.

Το βέβαιο είναι πως για να ανατραπεί αυτή η προδιαγεγραμμένη πορεία απαιτείται πολιτικός σχεδιασμός με μακροπρόθεσμη στόχευση. «Οι έχοντες την ευθύνη σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο δεν είναι δυνατόν να παραμένουν θεατές», καταλήγει ο καθηγητής Κοτζαμάνης. «Οφείλουν αφενός μεν να θεωρήσουν ως δεδομένες κάποιες μη αναστρέψιμες τις αμέσως επόμενες δεκαετίες δημογραφικές τάσεις, να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις τους και να τις λάβουν υπόψη τους, αφετέρου δε να λάβουν από τώρα τα προσήκοντα μέτρα για την μεσο-μακροπρόθεσμη αναστροφή των τάσεων αυτών. Επομένως, προσαρμογή στις αναμενόμενες αλλαγές (pre-activity) και δράσεις (pro-activity) θα πρέπει να αντικαταστήσουν την όποια παθητικότητα και στάσεις αναμονής».

Το άρθρο δημοσιεύεται στο πλαίσιο του διασυνοριακού πρότζεκτ European Cities Investigative Journalism Accelerator (ECIJA), ενός δικτύου ρεπόρτερ, δημοσιογράφων δεδομένων και ειδικών οπτικοποίησης το οποίο ερευνά τις κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και χώρες. Η πρωτοβουλία αποτελεί συνέχεια της διασυνοριακής έρευνας Πόλεις προς Ενοικίαση και χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα Stars4Media.

Media partners
Tagesspiegel (Germany), Deník Referendum (Czech republic), Reporters United (Greece), IRPI (Italy), Dublin Inquirer (Ireland), Apache (Belgium), Telex (Hungary), Gazeta Wyborcza (Poland), El País (Spain), Aktuality (Slovakia), ORF (Austria), E24 (Norway), Information (Denmark), Mediapart (France), Arena for Journalism in Europe.

Αφήστε μια απάντηση

This Post Has One Comment

  1. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ

    η προσφατη στατιστικη στην Ελλαδα ηταν χαωτικη και δεν κατεγραψε τα πραγματικα ποσοστα αυξησης του πληθυσμου τη ς γιατι υπηρχε πολιτικη επιδειξης προς την ΕΕ μεγαλων ποσοστων εμβολιασμενων για την επιχορηγηση μεσα απο τα ταμεια ανακαμψης απο την πανδημια …ο πραγματικος πληθυσμος λαμβανομενου και των αλλοδαπων εισερχομενων και νομιμα η μη και μακρας διαρκειας κατοικουντων ασχετως ιθαγενειας πρεπει να ξεπερνα τα 13 εκατομμυρια