Από τον Μάρτιο του 2020 η πανδημία του κορονοϊού έχει πολλαπλασιάσει τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Τον Οκτώβριο του 2020 ένας 52χρονος χτύπησε τη μητέρα του, την κόρη του και τη σύζυγό του με την οποία ήταν σε διάσταση. Τον Ιούλιο του 2021 μια γυναίκα κατέγραψε στο κινητό την κακοποίηση που υπέστη από τον σύντροφό της. Τον Σεπτέμβριο του 2021 μια γυναίκα στη Ρόδο έπεσε θύμα σωματικής βίας, απόπειρας βιασμού και απειλών από τον σύζυγό της που δεν την άφηνε να φύγει από το σπίτι. Τον Δεκέμβριο του 2021 μια μητέρα τριών παιδιών πέθανε αφότου κακοποιήθηκε βάναυσα από τον σύζυγό της. Τον Ιανουάριο του 2022 μια γυναίκα μπήκε σε ΜΕΘ μετά από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που υπέστη από τον σύντροφό της, ενώ λίγες μέρες αργότερα άντρας συνελήφθη επειδή κακοποίησε τη σύντροφό του μπροστά στο 17 μηνών παιδί τους.
Το συχνό φαινόμενο της κακοποίησης γυναικών τόσο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, έχει καταστήσει ανάγκη την ύπαρξη ειδικών ξενώνων, όπου οι κακοποιημένες γυναίκες θα μπορούν να απευθυνθούν, τόσο για να απομακρυνθούν από τον κακοποιητή τους, όσο και για να κάνουν τα πρώτα τους βήματα για μια νέα ζωή μακριά από τη βία. Αν και υπάρχουν διεθνείς δεσμεύσεις για την πρόβλεψη τέτοιων ξενώνων από τις χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης, το ρεπορτάζ μας αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα διαθέτει πολύ λιγότερες κλίνες από αυτές που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία των κακοποιημένων γυναικών.
Διεθνείς κανόνες για την πρόληψη της έμφυλης βίας
Το 2011 υπογράφηκε η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, γνωστή και ως Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Αυτή η σύμβαση, που τέθηκε σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014 και επικυρώθηκε από την Ελλάδα στις 18 Ιουνίου του 2018, αποσκοπεί μεταξύ άλλων στην προστασία των γυναικών από κακοποιητικές συμπεριφορές. Αποτελεί μάλιστα το πρώτο νομικά δεσμευτικό διεθνές κείμενο που θέτει κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας.
Ένα από τα μέτρα που προβλέπει η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι η δημιουργία ξενώνων, όπου οι γυναίκες θα απευθύνονται σε άμεσο χρόνο, για να απομακρυνθούν από το κακοποιητικό περιβάλλον και να βρεθούν σε ένα ασφαλές πλαίσιο που θα τους προσφέρει υλική και ψυχολογική στήριξη.
«Οι γυναίκες μπορούν να είναι και να νιώθουν ασφαλείς μόνο όταν απομακρύνονται από τον κακοποιητή σύντροφό τους και εντάσσονται σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που έχει τους ειδικούς για να τις στηρίξουν», είπε η δικηγόρος Μαρίνα Φαρμακίδη από το Διοτίμα, κέντρο για τα έμφυλα δικαιώματα και την ισότητα. «Γι’ αυτό πρέπει να έχουν τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης σε ένα πλαίσιο που θα τους προσφέρει ασφάλεια, στέγη, αλλά και ψυχοκοινωνική στήριξη. Αυτός είναι ο ρόλος των ξενώνων».
Η Ελλάδα αθετεί τις υποχρεώσεις της και έχει ελάχιστους ξενώνες
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα απέχει πολύ από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που έχει από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Η τελευταία προβλέπει ότι κάθε περιφέρεια πρέπει να διαθέτει μια οικογενειακή θέση ανά 10.000 άτομα. Από αυτό, σε συνδυασμό με έρευνα του WAVE, ενός δικτύου φεμινιστικών οργανώσεων από 46 ευρωπαϊκές χώρες, προκύπτει ότι με βάση τον πληθυσμό της η χώρα θα έπρεπε να έχει 1.072 κλίνες.
Ωστόσο, όπως είπε η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων στο Reporters United, σήμερα ο αριθμός των κρεβατιών ανέρχεται σε μόλις 400, κάτι που σημαίνει ότι η Ελλάδα υπολείπεται κατά 58% του στόχου που θέτει η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Μάλιστα, σύμφωνα με την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κατά της Βίας Κική Πετρουλάκη, «αυτός ο υπολογισμός περιλαμβάνει και τα κρεβάτια που προορίζονται για τα παιδιά που συστεγάζονται με τη μητέρα τους», κάτι που σημαίνει ότι οι διαθέσιμες θέσεις για τις γυναίκες είναι στην πραγματικότητα ακόμη λιγότερες.
Το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι τα πράγματα δείχνουν να πηγαίνουν προς το χειρότερο. Κι αυτό γιατί τα τελευταία τρία χρόνια οι πιστοποιημένοι ξενώνες κακοποιημένων γυναικών στην Ελλάδα μειώθηκαν από 21 σε 19, αφού ένας έκλεισε στο Μενίδι της Αττικής τον Νοέμβρη του 2018 κι ένας ακόμα στην Κέρκυρα τον Νοέμβριο του 2020. Η μείωση των ξενώνων σημαίνει αντίστοιχη μείωση των κλινών.
Εκτός από τους δημόσιους ξενώνες, σήμερα λειτουργούν και έξι ιδιωτικοί ξενώνες από ΜΚΟ, πέντε από αυτούς πιστοποιημένοι και ένας μη πιστοποιημένος. Αν συνυπολογιστούν, αυξάνουν τον αριθμό των κλινών σε 450. Ωστόσο και πάλι η χώρα απέχει πολύ από τις διεθνείς υποχρεώσεις της.
Οι γυναίκες παραμένουν εγκλωβισμένες στο κακοποιητικό περιβάλλον
Όλα αυτά έχουν ένα άμεσο αρνητικό αποτύπωμα στη ζωή των κακοποιημένων γυναικών, πολλές από τις οποίες μάλιστα αναγκάζονται να παραμείνουν μαζί με τον κακοποιητή τους. Η Γεωργία Χατζηιωαννίδου, κοινωνική λειτουργός από το Διοτίμα, είπε στο Reporters United ότι «οι ξενώνες στην Αθήνα είναι υπερπλήρεις και υπάρχουν ουρές αναμονής, κάτι που σημαίνει ότι πολλές γυναίκες, αδυνατώντας να βρουν μια θέση σε ξενώνα, μένουν εγκλωβισμένες σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον και συνεχίζουν να υφίστανται βία, αφού δυσκολεύονται να πάρουν την απόφαση να πάνε στην επαρχία, όπου μπορεί να βρεθεί κλίνη σε συντομότερο χρονικό διάστημα».
Ο μικρός αριθμός κλινών για κακοποιημένες γυναίκες έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αυξανόμενες ανάγκες προστασίας τους. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη διάθεση του Reporters United η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων, το 2020 και εν μέσω πανδημίας η Γραμμή SOS, μια 24ωρη γραμμή που δίνει σε κακοποιημένες γυναίκες ή προσφιλή τους πρόσωπα τη δυνατότητα να καταγγείλουν περιστατικά έµφυλης βίας, δέχθηκε 9.288 κλήσεις, τον μεγαλύτερο αριθμό που καταγράφηκε ποτέ, σχεδόν 3.500 περισσότερες από ό,τι τις τρεις προηγούμενες χρονιές. Για το πρώτο δεκάμηνο του 2021 οι κλήσεις ανήλθαν σε 7.809, από τις οποίες οι 5.405 αφορούσαν περιστατικά βίας, ενώ 2.699 γυναίκες ανέφεραν ως δράστη τον νυν ή πρώην σύζυγο ή σύντροφο τους. Την ίδια περίοδο 4.449 άτομα, είτε τα ίδια τα θύματα είτε άνθρωποι από τον κύκλο τους, απευθύνθηκαν σε συμβουλευτικά κέντρα για να ζητήσουν καθοδήγηση σχετικά με την κακοποίηση γυναικών.
Η κατάσταση φαίνεται να είναι εξίσου προβληματική και σε άλλα κράτη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πράγματι, από τις 46 χώρες μόλις οι εννέα τηρούν τον αριθμό κλινών που προβλέπει η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Από τις υπόλοιπες 37, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, οι ελλείψεις σε κρεβάτια ξεπερνούν το 50% του αριθμού που ορίζει με βάση τον πληθυσμό η σύμβαση. Τον Μάρτιο του 2021 η Τουρκία ανακοίνωσε την αποχώρησή της από τη σύμβαση.